Η ετήσια έκθεση του ΙΝΣΕΤΕ, για πρώτη φορά, με στοιχεία από όλο το φάσμα της τουριστικής δραστηριότητας
Τα 24 δισ. ευρώ ή αλλιώς το 11,5% εκτιμάται ότι προσέγγισε η άμεση συμβολή του τουρισμού στο ελληνικό ΑΕΠ το 2022, με πέντε Περιφέρειες να αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 90% των εισπράξεων της χώρας, τρεις από τις οποίες αποτελούν αμιγώς τουριστικές Περιφέρειες.
Οι αριθμοί αποτυπώνουν την ανθεκτικότητα και τη δυναμική του τουρισμού, καθώς το 2022 σηματοδότησε την έξοδο από την πανδημία, έχοντας μάλιστα στη διάρκεια των πρώτων μηνών και σχετικούς περιορισμούς. Νότιο Αιγαίο με μερίδιο 27% επί των εισπράξεων, Κρήτη με 21%, Αττική με 17%, Ιόνια νησιά με 15% και Κεντρική Μακεδονία με 9% συγκεντρώνουν σχεδόν το 90% των εισπράξεων. Την ίδια στιγμή για τους υπόλοιπους προορισμούς ανά την Ελλάδα είναι δεδομένη η «κρυμμένη υπεραξία» ξεκινώντας από το ισχυρό αποτύπωμα του πολιτισμού σε όλη τη χώρα, αλλά και σε μία σειρά από αξιοθέατα και δραστηριότητες: από τον θαλάσσιο τουρισμό (μαρίνες, γαλάζιες σημαίες, καταδυτικούς προορισμούς κ.α.) μέχρι την αξιοποίηση των ορεινών προορισμών της χώρας (πεζοπορία, ορειβατικά καταφύγια, αναρριχητικά πεδία, χιονοδρομικά κέντρα, canoe- kayak- rafting κ.α.) και από τους παραδοσιακούς οικισμούς μέχρι την πλούσια γαστρονομία και τις περιοχές που προσφέρονται για οινοτουρισμό.
Την «ακτινογραφία» του ελληνικού τουρισμού σε όλο το φάσμα του, είτε πρόκειται για τις τουριστικές υποδομές, το ξενοδοχειακό δυναμικό, τα ενοικιαζόμενα δωμάτια, τις επιπλωμένες κατοικίες και επαύλεις, το δυναμικό των καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης και κάμπιγνκ, είτε για τις αφίξεις, τις εισπράξεις, τις διανυκτερεύσεις και τη μέση διάρκεια παραμονής ανά κατηγορία καταλύματος κλπ. παρουσιάζει η ετήσια έκθεση που εκπονήθηκε από το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων. H ετήσια έκθεση φιλοδοξεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς με συγκεντρωμένα όλα τα διαθέσιμα στοιχεία του τομέα, συμπεριλαμβανομένων ακόμη των δεικτών απόδοσης ξενοδοχείων, αλλά και της συνολικής φήμης της Ελλάδας στο εξωτερικό. Η αποτελεσματική λήψη αποφάσεων απαιτεί αξιόπιστες πληροφορίες ικανές να τροφοδοτήσουν όλους τους εμπλεκόμενους κατά τη χάραξη στρατηγικών σε εθνικό, σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, καθώς και σε επίπεδο επιχείρησης. Αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία στον απόηχο της πανδημίας και σε μια εποχή πολλαπλών γεωπολιτικών κρίσεων και έντονου ανταγωνισμού μεταξύ των προορισμών σε όλο τον κόσμο.
Με βάση τα στοιχεία της έκθεσης, η πλειοψηφία των τουριστών της χώρας έρχονται με αεροπλάνο και ακολουθούν οι οδικές αφίξεις, με πολύ μικρά ποσοστά για το πλοίο και το τρένο. Μάλιστα η τάση στις αεροπορικές αφίξεις έχει ενισχυθεί για την περίοδο από το 2019 και μετά, αν ληφθεί υπόψη ότι το ποσοστό τους έχει αυξηθεί από 66% το 2019 σε 76% το 2022, ενώ αντίθετα μειώθηκε στις υπόλοιπες κατηγορίες: αυτοκίνητο από 31% το 2019 σε 22% το 2022, πλοίο από 3% το 2019 σε 2% το 2022 και τρένο από μόλις 0,02% το 2019 στο 0,01% το 2022. Όπως, ωστόσο, προαναφέρθηκε το 2022 δεν ήταν ένα «κανονικό» τουριστικό έτος. Σε σχέση με την εποχικότητα του ελληνικού τουρισμού, ο κύριος όγκος των αφίξεων παραδοσιακά εντοπίζεται στο τρίτο τρίμηνο, με την περίοδο Ιουλίου- Σεπτεμβρίου να συγκεντρώνει το 56% των αφίξεων των επισκεπτών της χώρας, με βάση τόσο τα στοιχεία του 2022 όσο και του 2019.
Η έκθεση παραπέμπει και στις 18 στρατηγικές κατευθύνσεις σε εθνικό επίπεδο από την ομαδοποίηση των Δράσεων της μελέτης του ΙΝΣΕΤΕ «Ελληνικός Τουρισμός 2030 │ Σχέδια Δράσης» για τον προσδιορισμό κρίσιμων πεδίων παρέμβασης στον τομέα, με επιτακτική την ανάγκη δημόσιος και ιδιωτικός τομέας να ενώσουν δυνάμεις και συγκροτημένα να διασφαλίσουν την ανταγωνιστικότητα και τη μελλοντική, υγιή ανάπτυξη του ελληνικού Τουρισμού με όρους βιωσιμότητας. Η επόμενη μέρα προϋποθέτει στοχευμένη στρατηγική την οποία ο ΣΕΤΕ, έχει οριοθετήσει σε πέντε κεντρικούς πυλώνες, που περιλαμβάνουν: τις υποδομές, τις επενδύσεις και την ανταγωνιστικότητα, την αποτελεσματική διαχείριση των προορισμών, την αγορά εργασίας και τη βιωσιμότητα.