Κατά την διάρκεια των εγκαινίων της έκθεσης «Δημοκρατία και η Μάχη του Μαραθώνα», ο Υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού κ. Παύλος Γερουλάνος τόνισε
“Το πώς έφτασε η Αθήνα να υιοθετήσει το πολίτευμα της δημοκρατίας μπορεί να χαρακτηριστεί ως θαύμα. Κανένα πολίτευμα πιο πριν αλλά ούτε και μετά, σε καμία γωνιά του τότε κόσμου μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σαν παράδειγμα για να οδηγήσει τους Αθηναίους να αποφασίσουν υπέρ της δημοκρατίας.
Η έννοια του ανθρώπου ως ον που μπορούσε να παίρνει τις αποφάσεις του ελεύθερα ήταν ανήκουστη στον τότε κόσμο. Ακόμη πιο ανήκουστη ήταν η ιδέα ότι μια κοινωνία μπορούσε να σταθεί στις αποφάσεις του λαού της. Και είναι εξίσου πιθανό ότι το ταμπεραμέντο των Αθηναίων οδηγήθηκε στη δημοκρατία περισσότερο μέσω της απόρριψης άλλων αυταρχικών μοναρχικών και ολιγαρχικών πολιτευμάτων παρά από πλήρη συνείδηση της ουσίας μιας ανθρωποκεντρικής φιλοσοφίας. Με άλλα λόγια, πιο σίγουροι ήταν οι Αθηναίοι ότι δεν μπορούσαν να αποδεχθούν έναν θεόσταλτο άρχοντα παρά ότι οι δημοκρατικές διαδικασίες θα οδηγούσαν σε σοφές αποφάσεις. Και υπό αυτήν τουλάχιστον την άποψη μπορούμε να είμαστε αρκετά σίγουροι ότι οι άνθρωποι που ανακάλυψαν τη Δημοκρατία ήταν σίγουρα πρόγονοί μας.
Αν όμως αυτή η παραδοχή είναι αληθινή, δεν αρκεί για να εξηγηθεί πως το πολίτευμα της δημοκρατίας από μόνο του οδήγησε στην άνθιση των γραμμάτων, των επιστημών και των τεχνών, που ακολούθησε. Είναι βέβαιο ότι ένα δεύτερο θαύμα έπρεπε να τελεστεί ώστε το πείραμα που λέγεται «δημοκρατία» να καταγραφεί στη συνείδηση των Ελλήνων όχι μόνο ως το πιο δίκαιο πολίτευμα που θα μπορούσαν να ανακαλύψουν αλλά ως το πιο ισχυρό από οποιαδήποτε άλλη δύναμη της εποχής.
Η πιθανότερη αλήθεια είναι ότι οι Αθηναίοι δεν είχαν καταλάβει ότι είχαν χτυπήσει την πιο δυναμική και πιο δημιουργική ιδεολογική φλέβα χρυσού της εποχής εκείνης και κάθε εποχής που ακολούθησε, μέχρι να δουν τους Πέρσες να φεύγουν από το πεδίο της μάχης του Μαραθώνα πανικόβλητοι ή να δουν το Φειδιππίδη να λέει «Νενικήκαμεν». Η αίσθηση δικαίωσης που έπρεπε να αισθάνθηκαν οι Αθηναίοι την ώρα εκείνη πρέπει να ήταν από κάθε άποψη πρωτόγνωρη και μόνο αυτή, μαζί ίσως με ένα αίσθημα ανωτερότητας που ακολούθησε, μπορεί να εξηγήσει ότι στα χρόνια μετά καταγράφηκε κάθε μεγάλη ιδέα που ορίζει ακόμη και σήμερα τον κόσμο μας.
Κάθε λαός σε κάθε γωνιά του κόσμου μπορεί να είναι περήφανος για τη συμβολή του στην επιστήμη, στη γνώση, στην τέχνη και στον πολιτισμό. Αυτό όμως που συνέβη στην Αθήνα στα χρόνια που ακολούθησαν μπορεί να εξηγηθεί μόνο σαν αποτέλεσμα βαθιάς πίστης ότι ένας ελεύθερος άνθρωπος, σε μια ελεύθερη κοινωνία, είναι πηγή μεγαλύτερης πνευματικής δύναμης από οποιονδήποτε άνθρωπο θυσιάζει την ελευθερία του για οποιοδήποτε άλλο όφελος.
Ζούμε σ έναν κόσμο που με μανία ψάχνει παγκόσμια ιδανικά και έχει ξεκινήσει ένας διάλογος πολιτισμών που προσπαθεί να εξηγήσει τον κόσμο όπως αυτός διαμορφώνεται σήμερα. Δεν είναι τυχαίο ότι 2500 χρόνια μετά, οι αξίες που γέννησε η αθηναϊκή δημοκρατία, οι αξίες της ελευθερίας και της ισότητας του ατόμου επιστρέφουν ξανά ως οι μόνες που μπορούν να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του μέλλοντος. Διότι ακόμη και οι προκλήσεις που μοιάζουν βαθιά τεχνοκρατικές, όπως η καταστροφή του περιβάλλοντος, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν ποτέ αποτελεσματικά αν οι αρχές που θα διέπουν τις όποιες λύσεις δεν είναι βαθιά ανθρωποκεντρικές.
Με αυτά τα λόγια θα ήθελα να συγχαρώ τον Σπύρο Μερκούρη για αυτήν την έκθεση και να τον ευχαριστήσω από το βάθος της καρδιάς μου. Διότι η ταυτότητά μας ως χώρα σήμερα ορίζεται τόσο από το πώς προβάλλουμε τη νέα μας δημιουργία όσο και από το πώς συμπεριφερόμαστε στην παράδοσή μας. Και μια τέτοια έκθεση μπορεί να μας κάνει υπερήφανους. Δεν είναι τυχαίο ότι την έχουν ζητήσει ήδη πολλές πόλεις που οργανώνουν Μαραθωνίους.”