Τον τρόπο και τις μεθόδους αποκατάστασης του Κάστρου του Διδυμοτείχου, με στόχο την ανάδειξη και την ένταξή του στο περιβάλλον της πόλης, διερευνά το Υπουργείο Πολιτισμού στο πλαίσιο ερευνητικού προγράμματος που εκπονεί σε συνεργασία με την Πολυτεχνική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Το ερευνητικό πρόγραμμα ολοκληρώνεται τον Ιούνιο 2024.
Όπως δήλωσε η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, «Η ολιστική προστασία και η ισόρροπη ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς μας, σε όλες τις Περιφέρειες της χώρας, με ιδιαίτερη έμφαση στις ακριτικές περιοχές, όπως ο Έβρος, αποτελεί στρατηγική μας προτεραιότητα. Στον σχεδιασμό του Υπουργείου Πολιτισμού, εκτός των έργων για την ανάδειξη της ρωμαϊκής πόλης της Πλωτινόπολης και την αποκατάσταση του Τεμένους Βαγιαζίτ, που ήδη είναι σε εξέλιξη, εντάσσουμε την αποκατάσταση και λειτουργική σύνδεση του Κάστρου του Διδυμοτείχου με τα άλλα μνημεία της πόλης. Το Κάστρο των Διδύμων Τείχων- η σημερινή του μορφή χρονολογείται από τον 6ο αιώνα μ.Χ- αποτελεί την πιο γνωστή καστροπολιτεία της Θράκης. Κατασκευασμένο πάνω σε δεκάδες λαξευτά σπήλαια δεσπόζει στην πόλη. Η πολυπλοκότητα και η σπουδαιότητά του έργου καθιστούν αναγκαία την εκπόνηση ερευνητικού προγράμματος από διεπιστημονική ομάδα εξειδικευμένων επιστημόνων, με εμπειρία σε ανάλογα έργα, όπως έχουμε πράξει και σε άλλες περιπτώσεις. Στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος εντοπίζονται οι προτεραιότητες για τον προγραμματισμό των απαιτούμενων επεμβάσεων. Στόχος μας είναι να αναδειχθούν οι είσοδοι του Κάστρου, οι διαδρομές μέσα σ αυτό, ο άμεσος περιβάλλων χώρος, αλλά και η οργανική ένταξη του στον ιστό της πόλης του Διδυμοτείχου. Στις εργασίες περιλαμβάνονται η έρευνα για την ιστορική, αρχιτεκτονική τεκμηρίωση, η ανάλυση και αποτύπωση του συνόλου του μνημείου και η εξέταση της παθολογίας του, ως συνόλου, αλλά και των επιμέρους τμημάτων του. Διερευνάται η διαχρονική και συγχρονική σχέση του μνημειακού συνόλου με τον αστικό ιστό που το περιβάλλει. Στρατηγική μας στόχευση είναι να διασώσουμε και να αναδείξουμε την πολιτιστική ταυτότητα του Διδυμοτείχου, στη μεγάλη διαχρονία του».
Στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, το Διδυμότειχο ήταν σημαντικό εμπορικό, διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο. Η σπουδαία γεωστρατηγική του θέση το έκανε ορόσημο από τους αρχαίους χρόνους. Σε αυτό συνετέλεσε η ισχυρή του οχύρωση, με τείχη μεγάλου πάχους που διαμόρφωσαν τον περίβολο του κάστρου. Σήμερα, ο περίβολος διατηρείται στο μεγαλύτερο μήκος του. Μέσα στον περίβολο υπάρχουν διάσπαρτες λαξευμένες σπηλιές, οι οποίες χρησιμοποιούνταν ως τμήματα κατοικιών. Στην περίμετρο των τειχών, μήκους 1 χλμ., βρίσκονται συνολικά 24 πύργοι. Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, τα τείχη του Διδυμοτείχου ανακατασκευάστηκαν επί Ιουστινιανού και ενισχύθηκαν το 751 μ.Χ., επί Κωνσταντίνου Ε’ και αργότερα το 1303.
Από το 1713 ως το 1714, στο Κάστρο του Διδυμοτείχου διέμενε σε κατάσταση ημιαιχμαλωσίας ο Βασιλιάς της Σουηδίας Κάρολος ΙΒ΄. Μέσα στον περίβολο του Κάστρου υπάρχει ένα μικρό πέτρινο ναΐδριο και η σημερινή αρμενική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου (Σουρπ Κεβόρκ). Είναι κτισμένη στη θέση του βυζαντινού ναού του Αγίου Γεωργίου του Παλαιοκαστρίτη, όπου στις 26 Οκτωβρίου του 1341, στέφτηκε αυτοκράτορας ο Ιωάννης Στ’ Καντακουζηνός».