Το καλοκαίρι του 2022 θ՚ ανοίξει τις πύλες του ο Τύμβος Καστά στην Αμφίπολη. Αρχικά για ομάδες ερευνητών και στη συνέχεια για το κοινό. Μετά την πρόσφατη έγκριση της αρχιτεκτονικής προμελέτης από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ), για την εξωτερική κατασκευή της κεντρικής εισόδου αλλά και της διαμόρφωσης του περιβάλλοντα χώρου με τις επισκέψιμες διαδρομές, το υπουργείο Πολιτισμού έχει επιδοθεί σ՚ έναν αγώνα δρόμου, προκειμένου να πετύχει τους στόχους του χρονοδιαγράμματος που η υπουργός Λίνα Μενδώνη έχει επιτακτικά θέσει. Tην ίδια ώρα το ενδιαφέρον της αρχαιολογικής έρευνας στρέφεται στον παρακείμενο «Λόφο 133».
Με δύο διαδρομές στη βάση και στην κορυφή του Τύμβου Καστά και μέσω μιας εξωτερικής κατασκευής, που θα παραπέμπει μινιμαλιστικά σε αρχαίο προστώο, θα γίνει επισκέψιμο για το κοινό, το πολυσυζητημένο μνημείο. Οι εργασίες, που θα πραγματοποιηθούν το αμέσως επόμενο διάστημα, βασίζονται στις μελέτες που εκπόνησε ο δρ. αρχιτέκτονας μηχανικός του υπουργείου Πολιτισμού Μιχάλης Λεφαντζής και προϊστάμενος Αρχαιολογικών Εργων και Μελετών της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών, και εγκρίθηκαν από το ΚΑΣ.
Το προστατευτικό μίνιμαλ κέλυφος και οι γυάλινοι διάδρομοι στο εσωτερικό
Η απουσία προστώου -της σκεπαστής κατασκευής με τη μορφή στοάς μπροστά από την είσοδο- καθώς και στέγης κρίνουν επιτακτική την ανάγκη κατασκευής του προστατευτικού κελύφους, προκειμένου να διασωθούν τόσο τα ευαίσθητα επιχρίσματα και χρώματα στους εσωτερικούς τοίχους όσο και τα γλυπτά των Σφιγγών, από την υγρασία και τις εξωτερικές καιρικές συνθήκες.Σύμφωνα με τη μελέτη, το προτεινόμενο κέλυφος σχεδιάστηκε με τέτοιο τρόπο ώστε να παραπέμπει στη γεωμετρία και τις διαστάσεις του αρχαίου προστώου, χωρίς όμως να το αντιγράφει, με απολύτως αφαιρετικά αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά. Στόχος είναι η αρμονική παρουσία της κατασκευής στο χώρο, σε σχέση με το μνημειακό σύνολο, συμβάλλοντας παράλληλα στην προσβασιμότητα και στη θέαση από τους επισκέπτες.
Στη νέα είσοδο επί του τεχνητού κελύφους, η πρόσβαση θα γίνεται μέσω μιας διακριτικής μεταλλικής κλίμακας, πλάτους 1.60 μ., ενώ δίπλα ακριβώς θα κατασκευαστεί μικρό αναβατόριο τόσο για την πρόσβαση ΑμεΑ όσο και για τη μεταφορά ευαίσθητων μαρμάρινων αντικειμένων από και προς το εσωτερικό του μνημείου.
Στο εσωτερικό του μνημείου διαμορφώνονται υπερυψωμένα δάπεδα πρόσβασης με βαθμίδες, τα οποία οδηγούν στο γυάλινο δάπεδο, που θα καλύπτει το βοτσαλωτό του πρώτου χώρου. Στους επόμενους δύο χώρους θα κατασκευαστεί περιμετρικός διάδρομος με γυάλινο δάπεδο, τόσο για τη θέαση των Καρυάτιδων όσο και του ψηφιδωτού της «Αρπαγής της Περσεφόνης.
Η θερμοκρασία και η υγρασία στους εσωτερικούς χώρους του ταφικού μνημείου θα είναι σταθερές και θα διασφαλίζονται με ηλεκτρομηχανολογική εγκατάσταση, παράλληλα με τον φωτισμό και τον κλιματισμό.
Οι δύο διαδρομές
Εξωτερικά του τύμβου θα διαμορφωθούν διάδρομοι πρόσβασης προς το μνημείο, αλλά και επιμέρους στοιχεία του, όπως σε τμήματα του επιβλητικού μαρμάρινου περιβόλου. Οι διάδρομοι θα επιτρέπουν επίσης την άνετη μετακίνηση αμαξιδίων ΑμεΑ έως και το αναβατόριο, πλησίον της εισόδου που θα οδηγεί στο εσωτερικό του μνημείου.
Η πρόσβαση στον χώρο του μνημείου θα ακολουθεί τη σημερινή διευθέτηση. Η κύρια επισκέψιμη διαδρομή, μήκους 320 μ., θα ξεκινάει νότια του σημερινού προσωρινού φυλακίου εισόδου, προς τη δυτική πλευρά του Τύμβου και ακολουθώντας την κυρτή χάραξη του περιβόλου θα κατευθυνθεί ΝΑ προς την είσοδο του Ταφικού Μνημείου, συναντώντας και τμήμα του περιβόλου, που θα αποκατασταθεί το επόμενο διάστημα. Στον ίδιο χώρο θα διαμορφωθεί επίπεδος χώρος θέασης, ενώ ο διάδρομος θα καταλήγει στη ΝΑ πλευρά του Τύμβου, και σε τμήμα του περιβόλου που διασώζεται πλήρης και εντυπωσιάζει για την άρτια τεχνική του.
Παράλληλα θα υπάρξει και μία δευτερεύουσα διαδρομή, μήκους 210 μ., προς την κορυφή του Τύμβου, όπου έχουν έρθει στο φως παλαιότερες ταφές, από την εποχή του σιδήρου, αλλά και τμήμα του θεμελίου του Ταφικού Σήματος της κορυφής στο σημείο όπου είχε αρχικά κατασκευαστεί το βάθρο με τον Λέοντα της Αμφίπολης. Στο τέλος αυτής της διαδρομής, ο επισκέπτης θα μπορεί να δει πανοραμικά τη χάραξη του κυκλικού μαρμάρινου περιβόλου, αλλά και ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή, με την οροσειρά του Παγγαίου, τον ποταμό Στρυμόνα, τα όρια της αποξηραμένης λίμνης Κερκινίτιδος, καθώς και την αρχαία Αμφίπολη.
Οι διαδρομές θα κατασκευαστούν με «πατημένο χώμα» με σταθεροποιητή και θα σημανθούν με απλή περισχοίνιση σε συγκεκριμένα τμήματά τους.
Καθυστερήσεις λόγω… καραντίνας
Tην περίοδο αυτή ολοκληρώνονται οι χωματουργικές εργασίες για την αποκατάσταση της μορφής και του σχήματος του Τύμβου, που καθυστέρησαν λόγω της πανδημίας του COVID-19. Θ’ ακολουθήσουν γεωτεχνικές εργασίες, που προβλέπουν την κατασκευή μεταλλικών κιβωτίων με ελαφροβαρή υλικά, προκειμένου να δημιουργηθούν τοίχοι αντιστήριξης. Η διαδικασία αυτή θα γίνει εξ ολοκλήρου με τον αρχαίο τρόπο και χωρίς καθόλου χρήση μπετόν. Με την ολοκλήρωση και αυτού του σταδίου θα ξεκινήσει η στερέωση και αποκατάσταση του ταφικού μνημείου.
Να σημειωθεί πως εξαιτίας της πανδημίας του COVID-19 παρουσιάστηκαν καθυστερήσεις στην εκτέλεση προγραμματισμένων εργασιών, αφού για σχεδόν οκτώ μήνες δεν κινούνταν τίποτα στην Αμφίπολη. Ωστόσο, το υπουργείο Πολιτισμού αισιοδοξεί πως οι διαδικασίες τρέχουν πλέον με γρήγορους ρυθμούς, μετά και την πρόσφατη έγκριση της αρχιτεκτονικής προμελέτης από το ΚΑΣ. Τα διαστήματα της καραντίνας εκπονήθηκαν μελέτες, που θα έπρεπε να ήταν ήδη έτοιμες από την περίοδο 2015-2019, ενώ η Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού εκπόνησε και υλοποίησε ένα πρωτοποριακό ερευνητικό πρόγραμμα με αγορά μηχανημάτων, προκειμένου να αντιμετωπιστούν όλα τα θέματα που σχετίζονται με τα χρώματα και τις ζωγραφικές παραστάσεις που έχουν εντοπιστεί σε μαρμάρινα μέλη που σήμερα βρίσκονται στο Μουσείο, αλλά και στο ίδιο στο ταφικό μνημείο.
Από το περασμένο Ιούνιο, οπότε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη βρέθηκε στον Τύμβο Καστά, είχε ζητήσει αναλυτικό χρονοδιάγραμμα από τις αρμόδιες υπηρεσίες, για το πρόγραμμα εργασιών στον χώρο έως και το επόμενο καλοκαίρι, με στόχο να ανοίξει τις πύλες του το μνημείο. Παράλληλα έδωσε το πράσινο φως για αρχαιολογική έρευνα στο τετράπλευρο οικοδόμημα στην κορυφή του Τύμβου, το οποίο τεκμηριωμένα αποτελεί τη βάση ενός μεγάλων διαστάσεων και βάρους σήματος όπου στεκόταν το βάθρο με τον Λέοντα, καθώς και στον παρακείμενο Λόφο 133, που βρίσκεται 2 χλμ. ΒΑ του σημερινού χωριού της Αμφίπολης και νότια της Νέας Μεσολακκιάς. Η ίδια ζήτησε να γίνουν έρευνες επίσης και για πιθανά κατάλοιπα της αρχαίας Εγνατίας Οδού, η οποία τοπογραφικά τοποθετείται μεταξύ του Τύμβου Καστά και του Λόφου 133.
Ο μυστηριώδης Λόφος 133
Πρόκειται για φυσικό λόφο, ύψους 133 μέτρων, ο οποίος ονομάστηκε συμβατικά «Λόφος 133», από τον αείμνηστο αρχαιολόγο και ανασκαφέα της Αμφίπολης Δημήτρη Λαζαρίδη, ο οποίος την περίοδο1964-1965 πραγματοποίησε δοκιμαστικές τομές και ανασκαφικές εργασίες. Τότε συλλέχθηκαν όστρακα αγγείων από τη γεωμετρική, την αρχαϊκή και την κλασική εποχή και από διάφορα εργαστήρια, ιωνικά, αττικά και ντόπια.
Στις αρχές του 2020 πραγματοποιήθηκαν στον ίδιο χώρο γεωφυσικές έρευνες από την ομάδα του καθηγητή Γρηγόρη Τσόκα, που «έδειξαν» στο υπέδαφος «αρχιτεκτονικά λείψανα», τα οποία παραπέμπουν σε οικιστικές μονάδες ή δημόσια κτίρια. Σύμφωνα με όσα είχε δηλώσει τότε ο κ. Τσόκας, δεν φαίνεται να υπάρχει στο εσωτερικό του λόφου κάποιο ταφικό μνημείο, ανάλογο του Τύμβου Καστά, ενώ στο επάνω μέρος του υπάρχει διασκορπισμένη εκτεταμένη κεραμική, αλλά και ενδείξεις αρχαίας κατοίκησης.
Ηδη η Εφορεία Αρχαιοτήτων Σερρών σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων ξεκίνησαν συστηματικές ανασκαφές στον χώρο, που έχουν διακοπεί λόγω του χειμώνα, και σε σημεία που -με βάση τα αποτελέσματα των γεωφυσικών ερευνών- παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Παράλληλα η Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων έχει ξεκινήσει την αποτύπωση και τη μελέτη των διάσπαρτων αρχιτεκτονικών μελών, που εντοπίστηκαν στον Λόφο 133.
Πιθανολογείται πως στη θέση αυτή βρισκόταν η αρχαία πόλη των Εννέα Οδών, που προϋπήρχε της Αμφίπολης. Η αρχαιολογική σκαπάνη, ωστόσο, θα επιβεβαιώσει στο μέλλον τη συγκεκριμένη θεωρία. Βέβαιο θεωρείται πως ο λόφος κατοικήθηκε από την ύστερη νεολιθική εποχή, φτάνοντας έως τα ρωμαϊκά χρόνια.