Αρχική Διεθνή Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΑΡΒΑΝΙΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821 • Του Πέτρου Ι....

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΑΡΒΑΝΙΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821 • Του Πέτρου Ι. Φιλίππου–Αγγέλου • Αρχαιολόγου – Αντιπεριφεριάρχη Αν. Αττικής

Μάρτιος 2019

Οι αρβανίτες είναι μεταξύ των πρωταγωνιστών κατά τον δεκαετή Αγώνα της Επανάστασης του 1821 και στην στεριά και στην θάλασσα.

Είναι γνωστό ότι τα περισσότερα χωριά της Αττικής, Βοιωτίας, Νότιας Εύβοιας, Αργολιδοκορινθίας, νησιά Αργοσαρωνικού αλλά και άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, όπως τα χωριά του Σουλιμά στην Τριφυλία από όπου κατάγονταν και οι περίφημοι Ντρέδες του Μωριά, χωριά του Παναχαϊκού στην Ηλεία, χωριά της Θεσπρωτίας και της Πρέβεζας και κυρίως τα χωριά του Σουλίου, κατοικούνταν από αρβανίτες.

Είχαν εγκατασταθεί στον ελλαδικό χώρο κυρίως κατά την περίοδο της όψιμης Φραγκοκρατίας και λιγότερο, από διάφορες μικρότερες μετακινήσεις κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας. ΄Ετσι λοιπόν η πτώση του Βυζαντίου το 1453 βρίσκει τους Αρβανίτες εγκατεστημένους στον νοτιο-ελλαδικό χώρο να έχουν πλέον πλήρη εθνική συνείδηση και να έχουν εξελιχθεί σε αξιόλογο παράγοντα του πολιτικού , κοινωνικού και πνευματικού βίου.

Ταύτισαν την μοίρα τους με την μοίρα του Ελληνισμού στην προσπάθειά του να διατηρήσει την εθνική και πολιτιστική του αυτοτέλεια και κυρίως έλαβαν μέρος με πρωταγωνιστικό πάρα πολλές φορές ρόλο σε όλα τα γεγονότα εναντίον των κατακτητών σε όλη την διάρκεια της σκλαβιάς. Σε έγγραφο ήδη από το 1479, του Προβλεπτή Μάρκου Βαρβαρίγου προς την Γερουσία της Βενετίας αναφέρονται τα εξής: «Οι Αρβανίτες και οι Έλληνες δεν είναι παρά ένας και μόνο λαός, που μισεί κάθε ξένο».

Βεβαίως και Λόρδος Βύρων είναι θαυμαστής των Αρβανιτών. Τους γνώρισε κατά την προεπαναστατική περίοδο και τους αφιέρωσε πολλές ωραίες στροφές στο ποίημά του «Τσάιλντ Χάρολντ».

Η μεγαλύτερη δε απόδειξη της ελληνικής τους συνείδησης ήταν και η τεράστια συμμετοχή τους και συμβολή τους στην Επανάσταση του 1821. Πολλοί από αυτούς ή ήταν μέλη της Φιλικής Εταιρείας ή είχαν ταυτιστεί με τους εξεγερμένους κλέφτες και αρματωλούς.

Όπως αναφέρει ο Τίτος Γιοχάλας στο βιβλίο του για τους αρβανίτες της Εύβοιας(σελ. 79), «Η συμμετοχή των Αρβανιτών της Εύβοιας στον Αγώνα του ΄21 …. δεν εμφανίζει όψιμα ελληνοποιημένους «αλλοδαπούς» αλλά συνειδητοποιημένους Ρωμιούς». Και πιο κάτω «Η ολοκλήρωση της αφομοίωσης συντελέστηκε κατά την Τουρκοκρατία, όπου η ορθοδοξία βοήθησε καθοριστικά στην εθνική ταύτιση των δύο στοιχείων με την αντιδιαστολή τους προς τον αλλόθρησκο δυνάστη».

«Αν στη γενιά του ‘21 οφείλουμε τη λευτεριά, στις προηγούμενες χρωστάμε την προετοιμασία της. Δίχως αυτές δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν η Επανάσταση θα είχε εκραγεί το 1821 κι όχι μεταγενέστερα και αν η έκβασή της θα ήταν η ίδια με αυτή που γνωρίζουμε. Στη γενιά της προπαρασκευής ανήκουν οι γονείς και οι παππούδες των μαχητών του ‘21. Οι περισσότεροι από εκείνους έκλεισαν τα μάτια τους χωρίς να προλάβουν να ζήσουν την Επανάσταση ή να δουν την πατρίδα τους ελεύθερη…».

Στα γεγονότα που προηγήθηκαν της Επανάστασης του 1821 αν δούμε στα Ορλωφικά, επαναστατική μορφή που διακρίθηκε ιδιαιτέρως για την δράση του στην Αττική, ήταν ο Μενιδιάτης-Αρβανίτης Μήτρος Λέκκας ή Μητρομάρας που μαζί με τα παλικάρια του, τους λεμπέσηδες, έδρασαν κυρίως στην Αττική, την Μεγαρίδα και την Σαλαμίνα. Πέθανε τραυματισμένος από τους Τούρκους στο Αγκίστρι τον Φεβρουάριο του 1772.

Αλλά και στους αγώνες των Σουλιωτών κατά του Αλή Πασά, που προηγήθηκαν της Επανάστασης, οι φάρες των Σουλιωτών έχουν ονόματα με τα οποία είναι γεμάτες οι σελίδες της ελληνικής ιστορίας, όπως: Μπότσαρης, Τζαβέλας, Ζέρβας, Δράκος, Φωτομάρας, Δαγκλής και τόσοι άλλοι. Όμως θα πρέπει να τονισθεί ότι οι Σουλιώτες με αρχιστράτηγό τους τον Μάρκο Μπότσαρη αγωνίστηκαν ηρωικά τα δύο πρώτα και κρίσιμα χρόνια 1821-1822 όχι μόνο στην Νότια Ήπειρο όπου και επικρατούν των Τούρκων, αλλά και σε όλη την Στερεά Ελλάδα. Ο Μάρκος για να σπάσει την πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου, επιχείρησε νυχτερινή καταδρομική ενέργεια εναντίον των Τούρκων στο Κεφαλόβρυσο του Καρπενησίου, όπου σκοτώνεται τη νύχτα της 8ης προς 9ης Αυγούστου 1823. (Ο Μάρκος Μπότσαρης είχε αφήσει χειρόγραφο ένα από τα πρώτα λεξικά της Ελληνοαλβανικής γλώσσας που δημοσιεύτηκε το 1980 από τον Τίτο Γιοχάλα).

Τους ακαταμάχητους Σουλιώτες συναγωνίζονται και οι Αρβανίτες της Αττικοβοιωτίας, της Εύβοιας και των νησιών του Αργοσαρωνικού που δημιούργησαν την κύρια ναυτική δύναμη της Επανάστασης .

Εκεί που βεβαίως ήταν καθοριστική η συμβολή των αρβανιτών στον αγώνα του ‘21, ήταν η απελευθέρωση της Αθήνας και της Αττικής γενικώτερα. Ο ξεσηκωμός στην Αττική δεν ήταν εύκολος. Η χώρα αποτελούσε την υποχρεωτική διάβαση των εχθρικών στρατευμάτων προς το Μωριά. Αν η έκρηξη της Επανάστασης δεν γινόταν εκεί, αλλά σε άλλα διαμερίσματα της Ελλάδος, τα πράγματα θα ήταν ευκολότερα.

Αν συγκρίνουμε τις επαρχίες της Αττικής, παρατηρούμε ότι η επανάσταση των ραγιάδων μάλλον έπρεπε να είναι δυσκολότερη στις πεδινές περιοχές της και ιδιαίτερα σε εκείνες που βρίσκονταν κοντά στην Αθήνα. Γι’ αυτό φυσικό ήταν και η επαναστατική κοιτίδα της να είναι στα βόρεια και δυτικά, όπου στον ορεινό όγκο της Πάρνηθας αλλά και στα όρη των Δερβενιών και των Δερβενοχωρίων ήταν πιο εύκολες οι συνθήκες για την ανάπτυξη της όποιας επαναστατικής δράσης. Η επαναστατική δράση στην Αττική ξεκίνησε από τα αρβανιτοχώρια της Αττικής τα οποία συντονίστηκαν από τους τοπικούς οπλαρχηγούς τους και τους εκπροσώπους τους στη Φιλική Εταιρεία και όχι από τους Αθηναίους οι οποίοι ζώντας στο άστυ και έχοντας καθημερινή επαφή με τους κατακτητές ήταν αδύνατον να αναλάβουν επαναστατικές πρωτοβουλίες.

Η σημαία της επανάστασης στην Αττική υψώνεται την 25η Απριλίου στο Μενίδι. Ο Σουρμελής αναφέρει ότι συγκεντρώθηκαν εκεί περίπου1200 Αρβανίτες προερχόμενοι: Από την Χασιά με αρχηγούς τον Χατζημελέτη Βασιλείου και Μήτρο Σκευά (Τσεβά), από το Μενίδι με αρχηγό τον Αναγνώστη Κιουρκατιώτη, από τα Μεσόγεια (Λιόπεσι) με αρχηγό τον Γιάννη Ντάβαρη και από τα Δερβενοχώρια με αρχηγό τον Θανάση Σκουρτανιώτη. Ο Σκουρτανιώτης προηγουμένως είχε υψώσει την σημαία της Επανάστασης στα Δερβενοχώρια. Με το επίλεκτο σώμα του κυριαρχούσε στα Δερβένια του Κιθαιρώνα και της Πάρνηθας, με αποτέλεσμα την παρεμπόδιση των επικοινωνιών των Τούρκων προς την Πελοπόννησο και την Αττική. Ο Καπετάν Θανάσης Γάτσης – Σκουρτανιώτης (Γάτσης ήταν το επίθετό του), βρήκε ηρωικό θάνατο μαζί με τα εβδομήντα παλικάρια του, στο ολοκαύτωμα της Αγιά- Σωτήρας στο χωριό Μαυρομάτι Θηβών την 26η Οκτωβρίου 1825. (Τον γενναίο αυτόν Δερβενοχωρίτη από τα Σκούρτα, διαδέχτηκε ο αδελφός του Γεώργιος Γάτσης- Σκουρτανιώτης, ο οποίος διακρίθηκε στις μάχες του Φαλήρου, της Πέτρας και αλλού).

Η απελευθέρωση των Αθηνών την 25η Απριλίου οφείλεται στους επαναστατημένους αυτούς Αρβανίτες, υπό τον Μελέτη Βασιλείου και με γενικό αρχηγό τον φιλικό Δήμο Αντωνίου. Ο Μελέτης Βασιλείου, φιλικός ο ίδιος, παρέδωσε την αρχηγία στον Δήμο Αντωνίου τον οποίο διόρισε το συμβούλιο της Φιλικής Εταιρείας που είχε έδρα την Λειβαδιά. Οι επαναστάτες ξεκίνησαν από το Μενίδι και τα χαράματα της 25ης Απριλίου εισήλθαν στην πόλη από την πύλη της Μπουμπουνίστρας. Ο οπλισμός τους ανεπαρκέστατος, αποτελούνταν από σκουριασμένες πιστόλες, φτυάρια, πηρούνες, σούβλες, παλούκια, ρόπαλα και κάθε είδους αιχμηρά αντικείμενα.

Από τις περιγραφές του Σουρμελή, προξένων και ξένων περιηγητών μαθαίνουμε ότι οι επαναστάτες μπήκαν στην Αθήνα 2 ώρες πριν ξημερώσει αφού έσφαξαν τους κοιμισμένους φρουρούς. Με αρχηγό τον Μελέτη Βασιλείου και πολλούς παπάδες αρματωμένους και ντυμένους με τα άμφιά τους, οι επαναστάτες αφού ενώθηκαν με τους κατοίκους της Αθήνας κραύγαζαν το ‘Χριστός Ανέστη’ και ‘Ελευθερία – Ελευθερία’ και άρχισαν να χτυπούν τις καμπάνες των εκκλησιών.

Την Αθήνα δεν την ελευθέρωσαν οι Αθηναίοι, αφού κατά τον Δημήτριο Καμπούρογλου: “Αν και ήσαν φιλόξενοι, γλυκομίλητοι, περιποιητικοί και ευαίσθητοι, δεν ήσαν και τόσον γενναίοι, ένεκα της μακραίωνος από των όπλων αποχής”. Την Αθήνα την ελευθέρωσαν οι Αρβανίτες κάτοικοι των χωριών της βόρειας Αττικής και των Μεσογείων, επειδή πάλι κατά τον ίδιο: “καίτοι όμως καθ’ όλα υστερούν οι χωριάται εν συγκρίσει με τους Αθηναίους, υπήρξαν εν τούτοις σωτηριοδέστατοι κατά την Επανάστασιν, ένεκα της ανδρείας των, της σκληραγωγίας και της γνώσεως της Αλβανικής γλώσσης, δι’ ης συνεννοούντο μετά των Τουρκαλβανών προ πάντων δε ήσαν γνώσται της χρήσεως των όπλων”.

Ο Κωνσταντίνος Παπαρηγόπουλος στην “Ιστορία του Ελληνικού Έθνους” περιγράφει τον αγώνα των χωρικών – αρβανιτών κατοίκων της Αττικής ως εξής: “Ο Ομέρ Βρυώνης, εν Αττική, διέλυσε μεν την 19ην Ιουλίου την πολιορκία της Ακροπόλεως αλλ’ εις την ύπαιθρον χώραν εξηκολούθη ενταύθα ο αγών”.

Σε όλα τα επόμενα γεγονότα, στις πολιορκίες της Αθήνας, αλλά και στις μάχες στην ύπαιθρο χώρα, οι κάτοικοι των χωριών της Αττικής έδωσαν πάντοτε το παρόν, αλλά και υπέστησαν όλες τις διώξεις από τους κατά καιρούς επιδρομείς και εισβολείς. Όλα αυτά τα χρόνια υπέστησαν άπειρες λεηλασίες και διωγμούς και έτρεχαν να κρυφτούν όπου μπορούσαν ή ξενητεύονταν στα νησιά του Σαρωνικού. ‘Όπως υπέστησαν όμως και τις όποιες συνέπειες από τις εσωτερικές διαμάχες σαν και αυτή μεταξύ του Ανδρούτσου και του Γκούρα για την επικράτηση στην Αθήνα. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα που αναφέρει ο στρατηγός Μακρυγιάννης, όπου ο Γκούρας έστειλε τον Μαμούρη και τσάκιζε με το τσεκούρι τους χωριάτες που δεν ήταν φίλοι του «¨Σ τα Μισόγεια σ την Κερατιά, ενού δημογέροντα, Αναγνώστη Νυδραίον τον λένε, πόσες τζικουργιές τόδωσε, κι αν είδε υγείαν εις το εξής ο αγαθός άνθρωπος.»

Η Ακρόπολη παραδίνεται από τον Τούρκο διοικητή στις 10 Ιουνίου 1822, μετά την δεύτερη πολιορκία της Αθήνας, στους πρόκριτους της Αθήνας. Οι καπετανέοι που απελευθέρωσαν την Αθήνα απομακρύνονται από την διοίκηση από το αρχοντολόϊ, που δεν ήθελαν για αρχηγούς τους «Ξωτάρηδες» Καπεταναίους της υπαίθρου. Αποτέλεσμα αυτών των έριδων ήταν πολλοί οπλαρχηγοί να χαθούν και πολλές φορές η Επανάσταση στην Αθήνα να κινδυνέψει μια και τα επόμενα χρόνια, η επανάσταση έμεινε κυρίως ζωντανή από τους αγώνες και τις μάχες που έδωσαν οι αρβανίτες κάτοικοι των χωριών στην ύπαιθρο χώρα.

Σε όλες τις μάχες που έγιναν στην Αττικοβοιωτία σε όλη την διάρκεια του αγώνα μέχρι και την τελευταία μάχη στην Πέτρα της Βοιωτίας στις 12 Σεπτεμβρίου 1829, οι αρβανίτες στην Αττικοβοιωτία αποτελούν τα κυρίαρχα επαναστατικά σώματα.

Ο Νικόλαος Κριεζώτης, αρβανίτης από την Καρυστία ξεσηκώνει την Εύβοια, όπου στην συνέχεια ως γενικός αρχηγός της Εύβοιας , λαμβάνει μέρος σε μάχες σε όλη την επαναστατημένη Στερεά Ελλάδα, αγωνίζεται στο πλευρό του Καραϊσκάκη και στις 12 Οκτωβρίου του 1826, επικεφαλής τριακοσίων πενήντα Αρβανιτών , πολιορκεί την Ακρόπολη την οποία και καταλαμβάνει και στην οποία γίνεται φρούραρχος μέχρι τον Μάιο του 1827.

Στην τελευταία μάχη της Πέτρας που προαναφέραμε οι Αρβανίτες υπό τον Κριεζώτη, τον Σκουρτανιώτη και τον Σπυρομήλιο είναι ενταγμένοι στους 3000 γενναίους μαχητές του Υψηλάντη, που κατάφεραν να αναχαιτίσουν τους Τούρκους και τους ανάγκασαν να παραδοθούν.

Η αρβανιτιά της Άνδρου δίνει από τους πρώτους το παρόν στην Επανάσταση με επικεφαλής τον αρβανίτη Γιαννούλη Δημητρίου.

Σπουδαία ήταν και η δράση όχι μόνο κατά την επανάσταση αλλά σε όλη την διάρκεια της σκλαβιάς από τους περίφημους αγωνιστές τους Ντρέδες του Μωριά, από τα Σουλιμοχώρια της Τριφυλίας. Αρβανίτες εγκατεστημένοι ήδη από τον 14ο αιώνα στα χωριά Σουλιμά, Ψάρι, Δώριο, Κοπανάκι και στα λοιπά γειτονικά χωριά με κυρίαρχες ηγετικές μορφές από τις οικογένειες του Κόλια Πλαπούτα, του Δημήτρη Παπατσώρη, του Γιαννάκη Μέλιου και μιας πλειάδας άλλων οπλαρχηγών, έλαβαν μέρος σε όλη την Πελοπόννησο από την έναρξη της Επανάστασης μέχρι το τέλος της. Θρυλικές είναι οι νίκες τους κατά του Ιμπραήμ ο οποίος ποτέ δεν κατόρθωσε να καταλάβει τα Σουλιμοχώρια.

Βέβαια και στη θάλασσα ο κύριος κορμός της επανάστασης στηρίχθηκε στους αρβανίτες μια και οι πλέον ένδοξοι ναύαρχοι και ναυμάχοι είναι αρβανίτες και διέθεσαν στον αγώνα τα μεγαλύτερα και ισχυρότερα πλοία όπως και το μεγαλύτερο κομμάτι των περιουσιών τους. Για την Ύδρα ενδεικτικά αναφέρουμε τα ονόματα του Ανδρέα Μιαούλη και των γιών του Δημήτρη και Αντώνη, του Ανδρέα Πιπίνου του πυρπολητή, του Γεώργιου Σαχτούρη, του Αναστάση και Λάζαρου Τσαμαδού, του Ιάκωβου, Γεώργιου και Μανώλη Τομπάζη, του Αντώνη και Αλέξανδρου Κριεζή. Για τις Σπέτσες του Γκίκα Μπόταση και των γιών του Θεοδόση και Νικόλα, του αδελφού του Παναγιώτη, του Γιάννη Μέξη και των γιών του και τη θρυλική Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα. Οι ναυτικές τους επιχειρήσεις και οι νικηφόρες ναυμαχίες τους αποτελούν τον κορμό της Ναυτικής Ιστορίας της Επανάστασης του 1821.

Με τα λίγα παραπάνω γεγονότα που αναφέρθηκαν γίνεται κατανοητή η μεγάλη συμβολή των αρβανιτών και στην στεριά και στην θάλασσα στην νικηφόρα έκβαση του αγώνα για την απελευθέρωση του 1821. Δεν είναι βέβαια δυνατόν στα πλαίσια ενός περιορισμένου άρθρου να γίνει μία πλήρης καταγραφή των γεγονότων και κυρίως της πλήρους εξιστόρησης όλων των πτυχών του αγώνα. Αδιαμφισβήτητη όμως είναι η καθοριστική συμβολή όλων αυτών των μεγάλων Ελλήνων – Αρβανιτών, από όποιο σημείο και αν αγωνίστηκαν στον Αγώνα της Εθνεγερσίας.

Δόθηκε δε ιδιαίτερη βαρύτητα στον αγώνα στην Αττική και στην απελευθέρωση της Αθήνας, γιατί ποτέ από την πολιτεία επίσημα δεν καθιερώθηκε και δεν τιμάται από το επίσημο κράτος. Μέχρι σήμερα όποιες πρωτοβουλίες έχουν γίνει προς αυτή την κατεύθυνση έχουν γίνει από τους περιφεριακούς δήμους της Αττικής, από εκεί που κατάγονταν οι αγωνιστές της επανάστασης που απελευθέρωσαν την Αττική και την Αθήνα. Θα πρέπει επιτέλους να καθιερωθεί η 25η Απριλίου σαν επίσημη εορτή της πρώτης απελευθέρωσης της Αθήνας και να τιμηθούν οι αγωνιστές εκείνοι που πρώτοι όρθωσαν το ανάστημά τους στους κατακτητές και έφεραν τον αέρα της λευτεριάς στην μετέπειτα πρωτεύουσα της πατρίδας μας.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Κώστας Η. Μπίρης: Οι Αρβανίτες, Οι Δωριείς του νεώτερου Ελληνισμού, 1960, Εκδόσεις Μέλισσα.
Σπύρος Κασελίμης: Αρβανίτες, Μύθοι και πραγματικότητα, 2011.
Αντώνιος Δικαίος: Αρβανίτες, σειρά ΡΙΖΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ 5, Εφημερίδα ΕΘΝΟΣ, 2009.
Πέτρος Ι. Φιλίππου – Αγγέλου: Πέτρος Α. Φουρίκης, Η συμβολή του στην μελέτη της ιστορίας των Αρβανιτών στην Ελλάδα, Α&Ω εκδόσεις 2017.
Δημήτρης Γ. Γιώτας: Οι Μενιδιάτες κατά τον 18ο αιώνα και την Επανάσταση του ’21, Αχαρνές 1990.
Του ιδίου: Συμβολή στην ιστορική έρευνα της Αττικής 1821-1833, Απρίλιος 2002.
Δημήτρης Καλλιέρης: Στο δρόμο προς την Εθνεγερσία, Ασπρόπυργος 2006.
Τίτος Γιοχάλας: Άνδρος, Αρβανίτες και Αρβανίτικα, Αθήνα 2000.
Του ιδίου: Εύβοια, τα Αρβανίτικα, Αθήνα 2002.
Γεωργίος Δ. Χατζησωτηρίου: Το 1821, Οι Μεσογείτες και ο Γιάννης Ντάβαρης, Αθήνα 1971.
Δημήτριος Π. Αθανασόπουλος, Σουλιμοχώρια – Ντρέδες, Οι Αδικημένοι της Ιστορίας, Κυπαρισσία 2005.