Μία νέα διάσταση της λατρείας στο ανακτορικό κτήριο της Ζωμίνθου και οι απαρχές της στην Παλαιοανακτορική περίοδο (1900-1700 π.Χ) αποκαλύφθηκαν φέτος κατά την ετήσια ανασκαφή της Αρχαιολογικής Εταιρείας που πραγματοποίησε η Επίτιμη Διευθύντρια Αρχαιοτήτων Δρ. Έφη Σαπουνά-Σακελλαράκη στον Ψηλορείτη.
Πάνω στον βράχο είχε ιδρυθεί το κτηριακό συγκρότημα, όπως δείχνουν σποραδικά λείψανα σε όλο τον χώρο. Στο νοτιοδυτικό τμήμα, του οποίου η τελική μορφή αποκαλύφθηκε στην φετινή ανασκαφή, οι χώροι είναι διώροφοι και τριώροφοι με πλακόστρωτα ή ξύλινα δάπεδα πάνω στον βράχο. Στο τμήμα αυτό ήρθαν στο φως πέρυσι και φέτος πολύτιμα αντικείμενα και σκεύη: χάλκινα εγχειρίδια, σφραγίδα, λίθινα αγγεία κλπ. Στον ίδιο χώρο αποκαλύφθηκαν φέτος τμήμα από «κύπελλο κοινωνίας» και χάλκινο κουταλάκι που χρονολογούνται πριν το 1750 π.Χ., δηλαδή προ της περιόδου καταστροφής των πρώτων ανακτόρων. Ανασκαφικά είναι η πρώτη φορά που απαντάται ο συνδυασμός του βράχου με πολυώροφο κτήριο σε οικιστικό κέντρο. Εικονογραφικά το συναντούμε μόνο σε λίθινο ανάγλυφο αγγείο από την περιοχή Γυψάδες της Κνωσού, όπου εικονίζεται ένας λατρευτής σκυφτός και γονατιστός να αφιερώνει σε βωμό ανάμεσα σε βράχους ένα αντικείμενο και πάνω από το βραχώδες τοπίο εικονίζεται ένα κτίσμα.
Η φετινή ανασκαφή διεύρυνε την συνολική ανεσκαμμένη επιφάνεια κατά 100 τ.μ. και αποκάλυψε και άλλα ενδιαφέροντα αρχιτεκτονικά στοιχεία. Χαρακτηριστική είναι μία είσοδος από Βορρά προς Νότο με δίφυλλη θύρα που οδηγούσε σε πλακόστρωτο χώρο θεμελιωμένο σε διαμορφωμένο τμήμα του βράχου. Στα Μινωικά χρόνια μπορεί το πλακόστρωτο αυτό να χρησίμευε σαν υπαίθριος χώρος εκτέλεσης αθλοπαιδιών ή τελετών. Το ίδιο τμήμα άλλωστε χρησιμοποιήθηκε αργότερα, επί Ρωμαϊκή εποχής, ως λιθόστρωτος χώρος-αυλή του κτίσματος που είχαν κτίσει οι Ρωμαίοι πάνω στα ερείπια του μινωικού κτηρίου. Ένα νόμισμα του αυτοκράτορα Αδριανού που βρέθηκε στο σημείο αυτό, μαζί με άλλο νόμισμα, του Μάρκου Αυρήλιου, που είχε βρεθεί το 2017 επικυρώνουν την ρωμαϊκή παρουσία.
Πλήθος κινητών ευρημάτων βρέθηκαν σε όλο τον χώρο της ανασκαφής, όπως π.χ. στον χώρο του ισογείου του λεγόμενου «μεταλλευτικού κλιβάνου», όπου φέτος ανασκάφηκε ο πλακόστρωτος ισόγειος χώρος αλλά και τμήμα του αρχαιότερου στρώματος στο οποίο ήταν θεμελιωμένος ο κεντρικός πεσσός του.
Συμπερασματικά, παρά την μακρά κατοίκησή του από την Μινωική εποχή έως την εποχή της Βενετοκρατίας, παρά τις πολλές μετασκευές και τις αλλεπάλληλες λεηλασίες, το ανάκτορο της Ζωμίνθου διασώζει πολλά στοιχεία που αποδεικνύουν την μεγάλη σημασία του. Άλλωστε, πρόκειται για το μοναδικό μινωικό κέντρο, θρησκευτικό, οικονομικό και παραγωγικό, σε υψόμετρο 1200 μ., άριστα οργανωμένου, με πολλούς θρησκευτικούς χώρους, με εργαστήρια κατεργασίας πρώτων υλών και κατασκευής αντικειμένων, όπως το κεραμεικό εργαστήριο με τον κλίβανο δίπλα του και το καμίνι για την χαλκουργία και με μεγάλες αποθηκευτικές δυνατότητες, όπως δείχνουν τα πιθάρια για την φύλαξη προϊόντων του βουνού, μεταξύ των οποίων τα περίφημα βότανα του Ψηλορείτη, αλλά και του μαλλιού. Κυρίως, όμως, τόσο από το ίδιο το λαβυρινθώδες κτήριο, όσο και από τα τελετουργικά αντικείμενα που έχουν έρθει στο φως, αποδεικνύεται η σημασία και ο θρησκευτικός ρόλος του επί αιώνες στην λατρεία του Δία.
Το ανακτορικό κέντρο της Ζωμίνθου ύστερα από μία εικοσαετία συστηματικής ανασκαφής, την οποία άρχισε ο αείμνηστος Γιάννης Σακελλαράκης και συνεχίζει η Έφη Σαπουνά-Σακελλαράκη, έχει φανερώσει πλέον πολλά από τα μυστικά του.