Κατάρρευση της τουριστικής οικονομίας με μείωση εσόδων και αύξηση της ανεργίας θα είναι τα άμεσα αποτελέσματα που θα προκύψουν από την έστω και κατά μια μονάδα αύξηση του ΦΠΑ των τουριστικών υπηρεσιών.
Η αύξηση του ΦΠΑ θα μεγαλώσει ακόμα περισσότερο το τιμολογιακό μειονέκτημα του ελληνικού τουρισμού σε σχέση με τους ανταγωνιστές, των οποίων ο ΦΠΑ για τα τουριστικά καταλύματα κυμαίνεται μεταξύ 5% και 7% (Ισπανία 7%, Τουρκία 8%, Κύπρος 5%, Μάλτα 5%, Πορτογαλία 5%).
Είναι αξιοσημείωτο, ότι ακόμα και σε χώρες των οποίων η οικονομία δεν στηρίζεται στον τουρισμό, ο ΦΠΑ είναι σε χαμηλότερα επίπεδα, π.χ. Γερμανία 7%, Ολλανδία 8% και Γαλλία 5,5%.
Η τουριστική ζήτηση είναι εξαιρετικά ευαίσθητη στις τιμολογιακές μεταβολές. Τόσο η διεθνής βιβλιογραφία, όσο και η εμπειρία, έχουν αποδείξει ότι η αύξηση του ΦΠΑ οδηγεί σε μείωση της τουριστικής ζήτησης άρα μείωση εσόδων, τόσο για τις επιχειρήσεις, όσο και για το Κράτος. Οι επιπτώσεις είναι μεγαλύτερες, κυρίως σε περιόδους οικονομικής κρίσης, πολύ δε περισσότερο, σε περιπτώσεις όπου ένας τουριστικός προορισμός, όπως στην παρούσα φάση η χώρα μας, έχει κακή εικόνα στη διεθνή αγορά, ως αποτέλεσμα των γνωστών γεγονότων.
Η φετινή μείωση των εσόδων από τον τουρισμό υπολογίζεται ότι θα περιοριστεί περίπου στο 10%, κυρίως λόγω των χαμηλών τιμών που προσφέρθηκαν ως αποτέλεσμα του συνδυασμού του μέτρου της επιδότησης εργασίας και της απορρόφησης εκ μέρους των επιχειρήσεων των αρχικών αυξήσεων του ΦΠΑ. Μια πρόσθετη φορολογική επιβάρυνση είναι αδύνατον να απορροφηθεί από τις επιχειρήσεις και είναι βέβαιο ότι θα τις οδηγήσει σε κατάρρευση, παρασύροντας και τα έσοδα του Κράτους.