Η ανθεκτικότητα της ελληνικής φιλοξενίας και η επαναφορά του κλάδου σε καλύτερα από τα αναμενόμενα επίπεδα, αποτυπώνονται μεταξύ άλλων στα αποτελέσματα της Έρευνας : «Εβδομαδιαία Εξέλιξη Τιμής και Πληρότητας Περιόδου Ιουνίου-Οκτωβρίου 2021», που διενήργησε το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου
Ελλάδος (ΞΕΕ).
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, η ανάκαμψη του τουρισμού δεν ήταν οριζόντια και η διάρκεια της φετινής τουριστικής σεζόν στην Ελλάδα ήταν βραχύβια. Όπως άλλωστε διαπιστώνει ακόμη και η European Travel Commission (ETC) στη χθεσινή έκθεση της, η ουσιαστική ανάκαμψη της αγοράς δεν θα επιτευχθεί πριν το 2024.
Ειδικότερα στην μελέτη του Ινστιτούτου κατεγράφη ότι η μέση πληρότητα στα ανοιχτά ξενοδοχεία εποχικής λειτουργίας έφτασε στο peak σε ποσοστό 83,7% την εβδομάδα από τις 9 έως 15 Αυγούστου, με τις συνεχούς λειτουργίας μονάδες το ίδιο διάστημα να σημειώνουν πληρότητα 70,8%.
Παράλληλα η μέση πληρότητα των ξενοδοχείων (με αναγωγή στο σύνολο του ξενοδοχειακού δυναμικού δηλαδή λαμβάνοντας υπόψη και τα κλειστά ξενοδοχεία) άγγιξε τον Αύγουστο το 74,8% όταν την αντίστοιχη περίοδο του 2020 η πληρότητα στα ξενοδοχεία της χώρας διαμορφώθηκε στο 29,8%, αποτέλεσμα που δικαιώνει
την απόφαση της πολιτείας για άνοιγμα του τουρισμού στα μέσα του περασμένου Μαΐου.
Ειδικότερα για τον μήνα Σεπτέμβριο η πληρότητα διαμορφώθηκε μεσοσταθμικά στο 58,4%. Σημειώνεται ότι η πληρότητα του Σεπτεμβρίου ξεκίνησε από σχετικά υψηλά επίπεδα, για να κατέλθει τελικά στο 58%, λόγω του σταδιακού κλεισίματος των ξενοδοχείων της περιφέρειας, αλλά και της χαμηλής πληρότητας των μονάδων της Αττικής οι οποίες είναι ακόμη πολύ μακριά από τις κανονικές επιδόσεις τους, τους μήνες Σεπτέμβριο – Οκτώβριο καθώς οι αγορές επιχειρηματικών ταξιδιών, συνεδρίων και εκθέσεων δεν έχουν ανακάμψει ακόμη.
Μεσοσταθμικά επίσης τον Οκτώβριο σε Κρήτη και Νησιά Νοτίου Αιγαίου η πληρότητα ανήλθε στο 58,9% και 55,7% αντίστοιχα, ποσοστό που καταδεικνύει ότι στις περιοχές αυτές καταγράφηκε μετατόπιση της τουριστικής περιόδου, δεδομένου ότι η σεζόν ξεκίνησε ουσιαστικά στις αρχές Ιουλίου.
Με βάση τα στοιχεία της έρευνας, τα 4 και 5 αστέρων ξενοδοχεία παρουσίασαν τις υψηλότερες πληρότητες καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια της τουριστικής σεζόν. Επισημαίνεται βέβαια ότι το 76% των ελληνικών ξενοδοχείων ανήκει στις κατηγορίες 3, 2 και 1 αστεριών.
Ταυτόχρονα διαπιστώθηκε ότι οι υψηλότερες επιδόσεις καταγράφηκαν στις περιφέρειες Κρήτης και Νοτίου Αιγαίου.
«Πήραμε ένα «rebound» καλύτερο του αναμενόμενου», ανέφερε ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου, Αλέξανδρος Βασιλικός, «Κι αυτό δεν αφορά μόνον τον Αύγουστο. Η αξία αυτού του «rebound» φαίνεται ήδη στα τουριστικά έσοδα και θα φανεί έτι περαιτέρω στα δημόσια έσοδα του κράτους και στις τσέπες των πολιτών, ενόψει ενός δύσκολου χειμώνα. Ενός χειμώνα με τις προκλήσεις να διαδέχονται η μια την άλλη, όπως συμβαίνει τώρα, με την ραγδαία αύξηση του αριθμού των κρουσμάτων και τη συνακόλουθη έξαρση της πανδημίας, με τη διεθνή κρίση του ενεργειακού κόστους και τις έντονα ανατιμητικές τάσεις στα προϊόντα.
Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, οι Έλληνες ξενοδόχοι δούλεψαν μεθοδικά και συντεταγμένα υπό πρωτοφανείς συγκυρίες αντιδρώντας άμεσα στις υγειονομικές προκλήσεις. Η εικόνα της χώρας μας έχει ενισχυθεί και αυτό αποτυπώνεται στην ισχυρή ζήτηση για το 2022. Δεν θα πρέπει όμως να ξεχάσουμε πως οι προκλήσεις είναι εδώ και έχουμε μπροστά μας 6 μήνες αβεβαιότητας και σκληρής δουλειάς σε δύο στρατηγικούς άξονες:
- Η συνέχιση της στήριξης των επιχειρήσεων που ακόμα πλήττονται από τις επιπτώσεις της πανδημίας – το ευρωπαϊκό πλαίσιο state aid έχει εξάλλου παραταθεί μέχρι τον Ιούνιο του 2022 για αυτόν τον σκοπό. Η άρση των μέτρων στήριξης δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι οριζόντια σε ένα περιβάλλον με παντελή έλλειψη προκαταβολών και κατηγορίες ξενοδοχείων να συνεχίζουν να υπολειτουργούν στις πόλεις και τους ορεινούς όγκους.
- Ο μακροχρόνιος σχεδιασμός προκειμένου να χτίσουμε την επόμενη ημέρα της φιλοξενίας, είναι στρατηγικής σημασίας για τη φυσιογνωμία της χώρας, τη σταθερή και διατηρήσιμη ανάπτυξή της, το ανθρώπινο δυναμικό της, τον βιώσιμο και κλιματικά ουδέτερο χαρακτήρα της οικονομίας της,
την καινοτομία των υπηρεσιών της και την ποιότητα της καθημερινότητάς της.
Στο ΞΕΕ, με εμπιστοσύνη στις δυνατότητες της χώρας, πιστεύουμε πως η ουσιαστική επένδυση στην φιλοξενία, τους ανθρώπους και τις υποδομές της, ανοίγει το δρόμο στην ανάκαμψη, ανοίγει το δρόμο για μια βιώσιμη οικονομία, με πρωταγωνιστικό ρόλο της φιλοξενίας σε μια Ελλάδα που αλλάζει, αναβαθμίζεται και ξέρει να κερδίζει στον παγκόσμιο ανταγωνισμό».