Αρχική Ειδήσεις στα Ελληνικά ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ κ. ΠΑΡΙ ΛΟΥΤΡΙΩΤΗ ΣΤΟ FORUM ΤΗΣ ORANCON

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ κ. ΠΑΡΙ ΛΟΥΤΡΙΩΤΗ ΣΤΟ FORUM ΤΗΣ ORANCON

Στο πλαίσιο των παρεμβάσεων από εκπροσώπους διαφόρων κλάδων της τουριστικής δραστηριότητας, επισημάνθηκε ότι ο θαλάσσιος τουρισμός εκτός από την κρουαζιέρα περιλαμβάνει και την δραστηριότητα του «επαγγελματικού τουριστικού σκάφους» του κοινώς λεγόμενου «γιώτινγκ».

Στο θέμα αυτό, ακούσαμε μία παρέμβαση, για τον σημαντικό αυτό κλάδο του Ελληνικού τουρισμού, από τον παρόντα εδώ εκπρόσωπό του, τον κ. Πάρι Λουτριώτη.

Ο κ. Λουτριώτης είναι :
• Αντιπρόεδρος ΔΣ του Ελληνικού Συνδέσμου Μεσιτών και Εμπειρογνωμόνων Θαλαμηγών -ΕΣΜΕΘ
• Μέλος ΔΣ και πρώην Πρόεδρος του Συνδέσμου Ιδιοκτητών Τουριστικών Επαγγελματικών Σκαφών Άνευ Πληρώματος – ΣΙΤΕΣΑΠ
• Πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής της ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ. ΣΥΛΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΩΦΕΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΔΟΜΩΝ ΕΛΛΙΜΕΝΙΣΜΟΥ ΣΚΑΦΩΝ που έχει μέλη επαγγελματίες του κλάδου
Άλλωστε και ο ίδιος έχει περισσότερα από 30 χρόνια επιχειρηματική και προσωπική εμπειρία στον κλάδο, και είναι:
• Διευθύνων Σύμβουλος της EXADAS YACHTS – Chartering and Sales, και
• Επαγγελματίας Κυβερνήτης Τουριστικού Σκάφους

Ο κ. Λουτριώτης περιέγραψε αρχικά την δραστηριότητα, του «επαγγελματικού τουριστικού σκάφους – γιώτινγκ», λέγοντας:
«Η Ελλάδα είναι χώρα με μακρά ναυτική παράδοση. Ο θαλάσσιος τουρισμός της άρχισε να αναπτύσσεται τη δεκαετία του 60 ενώ, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια άρχισε να εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς. Σήμερα περίπου 5000 σκάφη είναι διαθέσιμα για ναυλώσεις, συνήθως εβδομαδιαίες και μπορούν να εξυπηρετήσουν 8-12 επιβαίνοντες, ενώ τα σκάφη μέχρι 25 μέτρα ναυλώνονται συνήθως με επαγγελματία κυβερνήτη – skipper.

Σήμερα διακινούνται περίπου 5000 σκάφη όλων των κατηγοριών και μεγεθών, τα περισσότερα στις περιοχές του Αργοσαρωνικού, Κυκλάδες, Ιόνια, Σποράδες, Δωδεκάνησα.

Ο κλάδος του τουριστικού επαγγελματικού σκάφους αποτελείται ως επί το πλείστο από μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις στις οποίες πλέον σε μεγάλο ποσοστό συμμετέχουν και νεώτεροι επαγγελματίες, και δεύτερη γενιά, και συνεισφέρουν σημαντικά στην ελληνική οικονομία και στον τουρισμό.
Σύμφωνα με στοιχεία που αναφέρει μία μελέτη από το Διεθνές Συμβούλιο Ενώσεων Ναυτικής Βιομηχανίας, η οικονομική συνεισφορά του yachting στη χώρα μας εκτιμάται σε 800 εκατ. ευρώ και αν υπολογιστούν και τα έμμεσα έσοδα, το ποσό ανέρχεται σε λίγο λιγώτερο από 2 Δις (στα 1,940 δισ.) Ευρώ, ποσό που αποτελεί το 1,1% του ΑΕΠ και περιλαμβάνει 25.000 θέσεις εργασίας.
Σημαντική συνεισφορά είναι το γεγονός ότι τα σκάφη προσεγγίζουν όχι μόνο τα μεγαλύτερα και φημισμένα νησιά αλλά και τα μικρότερα και λιγότερο γνωστά, και κυρίως και ακριτικά νησιά. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την τόνωση της τοπικής νησιωτικής και παράκτιας οικονομίας.»
Στη συνέχεια ο κ. Λουτριώτης ερωτήθηκε για τις προοπτικές του κλάδου και ανέφερε:
«Υπάρχουν σημαντικά περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης λόγω των ήπιων καιρικών συνθηκών που επικρατούν στη χώρα μας, του μεγάλου μήκους των ακτών, της καθαρότητας των θαλασσών, του στόλου των σκαφών, και των σχετικά μικρών ναυτικών κινδύνων που έχουν οι ελληνικές θάλασσες.

Για τις φετινές προοπτικές, θα έλεγα: «πολύ συγκρατημένα αισιόδοξος» γιατί τα ταξίδια έχουν επηρεαστεί και από την εξάπλωση του κορονα-ιού, αλλά και την επιφυλακτικότητα των ταξιδιωτών να μην θέσουν τους εαυτούς τους σε συνθήκες κινδύνου.
Από την άλλη πλευρά έχουμε μία σημαντική προβλεπόμενη αύξηση του στόλου των σκαφών, πολλές παραγγελίες και ιδιαίτερα και από επιδοτημένες μέσω του αναπτυξιακού νόμου, μέσω ΕΣΠΑ, όπου συνολικά στο επόμενο έτος περιμένουμε να αυξηθεί ο στόλος κατά περίπου 10% δηλαδή με περίπου 500 σκάφη, που σαφώς θα επηρεάσουν και την κερδοφορία αλλά και τον εσωτερικό ανταγωνισμό, εάν δεν επικεντρωθούμε στην ανάπτυξη της πελατειακής αγοράς.
Όμως έχουμε το θετικό πλεονέκτημα, ότι το Ελληνικό θαλάσσιο περιβάλλον είναι μοναδικό σε όλη τη Μεσόγειο – η εκτεταμένη ακτογραμμή, η πολυνησία, οι συγκριτικά μικρές αποστάσεις μεταξύ νησιών και παράκτιων περιοχών, που δεν έχουν οι άλλες χώρες της Μεσογείου.
Την περίοδο 2007-2009 δραστηριοποιούντο στην Ελλάδα περίπου 7.000 σκάφη και είχαμε και αρκετά ιδιωτικά. Η Μελέτη που εκπόνησε το Πανεπιστήμιο Πειραιώς για το Ναυτικό Επιμελητήριο το 2012 ανέφερε ότι συνολικά, με επαγγελματικά και ιδιωτικά σκάφη, ο στόλος έφθανε σχεδόν τις 17.000 σκάφη, ενώ δεν πρέπει να λησμονούμε ότι στην τουριστική περίοδο διαπλέουν τις Ελληνικές θάλασσες και πολλές εκατοντάδες σκάφη με άλλες σημαίες.
Στόχος μας πρέπει να είναι η ανάπτυξη «Κέντρων Δραστηριότητας Θαλάσσιου Τουρισμού» σε πολλές παράκτιες περιοχές, οπότε θα δημιουργηθούν και νέες θέσεις απασχόλησης και συνεισφορά στις τοπικές οικονομίες από τις εργασίες συντήρησης και επισκευών.
Με βάση την σχέση αριθμού σκαφών προς πληθυσμό, που στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι 1 σκάφος ανά 164 κατοίκους, ενώ στην Ελλάδα είναι 1 σκάφος ανά 621 κατοίκους (Μελέτη Πανεπιστημίου Πειραιώς 2012). Εάν είχαμε άλλες 100 μαρίνες σε όλο το παράκτιο μέτωπο, ακόμα και μικρές με μέσο αριθμό 100 θέσεις ελλιμενισμού, θεωρώ ότι σύντομα θα βλέπαμε αύξηση αρκετών χιλιάδων σκαφών στον στόλο.»
Τέλος, ο κ. Λουτριώτης αναφέρθηκε στις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της δραστηριότητας του γιώτινγκ, και είπε:
«Γενικά νομίζω ότι έχουμε τις συνθήκες για να στοχεύσουμε να γίνει η Ελλάδα ο κατεξοχήν προορισμός του παγκοσμίου yachting. Όμως, τα τελευταία χρόνια η οικονομική ύφεση και μερικώς και το πρόβλημα των προσφύγων στο Ανατολικό Αιγαίο, επηρέασαν σημαντικά τον κλάδο μας.
Υπάρχουν αρκετές προϋποθέσεις να πετύχουμε ανάπτυξη, αλλά για να ανταποκριθώ σύντομα, να αναφερθώ σε τουλάχιστον δύο προϋποθέσεις – πολύ σημαντικές:
(1) Υποδομές – έχουμε για τις δυνατότητές μας λίγες λιμενικές υποδομές και θέσεις ελλιμενισμού και πολλές από αυτές δεν είναι στο επιθυμητό επίπεδο της ποιότητας και των παροχών που θα έπρεπε.
Αν και η Ελλάδα έχει ανά χιλιόμετρο ακτογραμμής πολύ λιγότερες θέσεις ελλιμενισμού σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρώπης και των ανταγωνιστικών μας χωρών, πρακτικά πρέπει να δημιουργηθούν πολλές ακόμη μαρίνες και αγκυροβόλια ώστε να απλωθεί ακόμη περισσότερο η δραστηριότητα.
Η έλλειψη υποδομών μειώνει και την ανταγωνιστική μας θέση. Ενδεικτικά σας αναφέρω ότι είναι πολύ χαμηλή η δραστηριότητα στην Βόρεια Ελλάδα και σε όλο το θαλάσσιο μέτωπο της Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, ενώ στον περίπλου της Πελοποννήσου δεν έχουμε επαρκείς θέσεις ελλιμενισμού για να «πουλήσουμε» τέτοια ταξίδια.
Ιδίως δε η Αττική χρειάζεται ακόμη 2-3 μαρίνες. Η Αττική σήμερα είναι το κέντρο βάρους του Ελληνικού γιώτινγκ και από την Αττική γίνονται σχεδόν οι μισές ναυλώσεις.
(2) Οργανωμένη προβολή – παρά την πολυνησία, τις ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες καιρικές συνθήκες, ανέμου και διαδρομών, που μπορούν να δημιουργήσουν ενδιαφέρον περιβάλλον για τους λάτρεις της θάλασσας, δεν έχουμε αρκετά προβάλει αυτές τις ιδιαιτερότητες που μπορούν να συνδυαστούν και με τα ενδιαφέροντα στην παράκτια περιοχή που θα πάνε τα σκάφη, και προς όλες τις δυνητικές αγορές μας.
Χρειαζόμαστε μία εξειδικευμένη στρατηγική προβολής του επαγγελματικού γιώτινγκ, που να προσεγγίσει τις εξειδικευμένες αγορές. Στα διαφημιστικά σποτ της Ελλάδας συχνά θα δείτε σκάφη και θάλασσα, αλλά σπανίως στοχευμένες αναφορές στον κλάδο του επαγγελματικού σκάφους, των δυνατοτήτων και των χαρακτηριστικών της απόλαυσης της διακίνησης μεταξύ νησιώτικων και παράκτιων προορισμών, με την ελευθερία επιλογών που προσφέρει η διακυβέρνηση του ιστιοπλοϊκού ή του μηχανοκίνητου σκάφους.
Κλείνω, επισημαίνοντας ότι, χρειαζόμαστε και εκπαιδευμένο και έμπειρο στελεχιακό ναυτικό δυναμικό, αλλά νομίζω ότι, αν καλυφθούν οι δύο προηγούμενες προϋποθέσεις, και έχουμε και ένα φιλικό και υποστηρικτικό νομικό πλαίσιο, που όμως χρειάζεται ακόμη αρκετές βελτιώσεις, μπορούμε να προσβλέπουμε σε σημαντική ανάπτυξη του κλάδου στα επόμενα χρόνια και αντίστοιχα οφέλη, ώστε αντί να συνεισφέρει το 1,1% στο ΑΕΠ, να συνεισφέρει υπέρ-διπλάσια από σήμερα.»