Με καθυστέρηση τουλάχιστον μιας τριετίας κι ενώ το φαινόμενο των βραχυχρόνιων μισθώσεων εξελίσσεται σε μάστιγα για τα μικρά τουριστικά καταλύματα, μόλις προχθές κηρύχτηκε η έναρξη λειτουργίας του Μητρώου Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής. Έπειτα από ένα μεγάλο διάστημα αναμονής, στη διάρκεια του οποίου πολλές επιχειρήσεις τουριστικών καταλυμάτων, αντιμέτωπες με τον αθέμιτο ανταγωνισμό που δημιούργησε η νέα «γκρίζα» πραγματικότητα των βραχυχρόνιων μισθώσεων και σε συνδυασμό με την επικρατούσα άκρατη φορολόγηση, οδηγούνται σε αδιέξοδο.
Στον «βωμό» της απελευθέρωσης της αγοράς, με τη νομιμοποίηση των βραχυχρόνιων μισθώσεων, η κυβέρνηση έχει βαλθεί να εξαλείψει τον κλάδο των μικρομεσαίων τουριστικών καταλυμάτων, ο οποίος αποτελεί εδώ και δεκαετίες τη «ραχοκοκαλιά» του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Κάτι που γίνεται ευθύς κατανοητό, αρκεί να δει κανείς ότι, η φορολόγηση των εισοδημάτων που αποκτώνται από τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτου είναι σημαντικά ευνοϊκότερη, σε σχέση με εκείνη των ενοικιαζομένων δωματίων, καθώς προβλέπεται η εφαρμογή κλιμακωτών συντελεστών που ξεκινάνε από 15%. Την ίδια στιγμή τα οικονομικά βάρη με τα οποία επωμίζονται οι επιχειρήσεις ενοικιαζομένων δωματίων ανέρχονται στο 80-90% του ετήσιου τζίρου τους.
Μπορεί σε κάποιες άλλες χώρες η βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων να εξυπηρετεί συγκεκριμένες ανάγκες της αγοράς της φιλοξενίας, στην Ελλάδα, όμως, τις ανάγκες αυτές καλύπτουν με τον καλύτερο τρόπο οι νόμιμες, αδειοδοτούμενες από τον Ε.Ο.Τ. επιχειρήσεις ενοικιαζομένων δωματίων.
Πάγια θέση της Σ.Ε.Τ.Κ.Ε. είναι ότι, στην ελληνική πραγματικότητα ο θεσμός της βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων δεν έχει ουσία ούτε λόγο ύπαρξης.