Θετικά μηνύματα για τις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών και της ελληνικής οικονομίας εξέπεμψαν εγχώριοι και ξένοι κορυφαίοι παράγοντες της αγοράς στο πλαίσιο της θεματικής ενότητας για το outlook της ευρωπαϊκής οικονομίας και τη νομισματική πολιτική.
Αναλυτικά, ο πρώην Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας και πρόεδρος της Postbank Βουλγαρίας, Γιώργος Προβόπουλος, αναφερθείς στην κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας, σημείωσε ότι το Brexit δεν έχει προκαλέσει ζημιά στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, το πραγματικό ΑΕΠ αυξάνεται σταθερά τα τελευταία 19 τρίμηνα, ενώ το 2017 ενισχύθηκε σε ποσοστό 2,5%. Όπως σημείωσε, η ευρωπαϊκή οικονομία βρίσκεται στα επίπεδα του 2008, οι απώλειες, που υπήρξαν λόγω κρίσης, έχουν σήμερα ανακτηθεί, η αύξηση της απασχόλησης στηρίζει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και την ιδιωτική κατανάλωση που υποστηρίζεται από τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού. Ωστόσο, παρά τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη και την μείωση του παραγωγικού κενού, όπως είπε, ο πληθωρισμός κινείται χαμηλότερα-μεταξύ 1,3 και 1,5%- από το στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Τόνισε ότι οι φόβοι για τις επιπτώσεις που ενδεχομένως θα προκαλούσε η παρατεινόμενη χαλαρή νομισματική πολιτική, δεν επαληθεύθηκαν.
Σημείωσε ότι είναι απαραίτητο να συνεχιστούν οι διαρθρωτικές αλλαγές και να μην υπάρξει μεταρρυθμιστική κόπωση, όπως και να συνεχιστεί περαιτέρω η σύγκλιση των ευρωπαϊκών οικονομιών.
Ο Πρόεδρος της Eurobank και πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Νικόλαος Καραμούζης, ανέφερε ότι οι βασικές προκλήσεις του τραπεζικού συστήματος είναι η ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης, η ύπαρξη ισχυρών τραπεζών με ρευστότητα και η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, των οποίων ο μέσος όρος στην Ευρώπη δεν ξεπερνά το 5,5%. Πάντως, σε σχέση με το 2015, οι μακροοικονομικές προοπτικές των τραπεζών, η κεφαλαιακή θέση και η ρευστότητά τους έχουν βελτιωθεί. Σημείωσε ότι το ύψος του ανώτατου ορίου παροχής έκτακτης ενίσχυσης (ELA) ανερχόταν, τον Ιούνιο του 2015, σε 86 δισ. ευρώ, μέγεθος που έχει μειωθεί σήμερα σε 16 δισ. ευρώ.
Επιπρόσθετα, όπως είπε, οι ελληνικές τράπεζες διατηρούν αξιοσημείωτα κέρδη προ προβλέψεων, περίπου 4 δισ. ευρώ, διαθέτοντας, σε τριετή βάση επιπλέον “μαξιλάρι ρευστότητας” 12 δισ. ευρώ.
Αναφέρθηκε ακόμη στον μετασχηματισμό που συντελείται στις ελληνικές τράπεζες λόγω της τεχνολογίας, με μόλις το 26% των συναλλαγών να πραγματοποιείται μέσω των υποκαταστημάτων
O Resident Fellow στο Κέντρο Ευρωπαϊκών Σπουδών στα Πανεπιστήμια Harvard και Cambridge Hans Helmut Kotz ανέφερε ότι η νομισματική πολιτική θα πρέπει όχι μόνο να υποστηρίζει τον τραπεζικό τομέα, αλλά και να έχει σταθεροποιητικό ρόλο. Σημείωσε χαρακτηριστικά ότι το 2007 οι γερμανικές τράπεζες θεωρούνταν ως ιδιαίτερα επιτυχείς, ενώ ένα τραπεζικό ίδρυμα δεν κατάφερε να αποφύγει τη χρεοκοπία, παρότι διέθετε ιδιαίτερα εύρωστους δείκτες.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου σημείωσε ότι τα τελευταία τρία χρόνια η Ελλάδα εμφάνισε μηδενική ανάπτυξη, ενώ η ελληνική οικονομία ανέκαμψε το 2017, οπότε το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε. Επίσης, οι δείκτες οικονομικής εμπιστοσύνης και μεταποίησης εμφάνισαν σημαντική βελτίωση. Χαρακτήρισε ως πολύ σημαντικό το γεγονός ότι οι πλειστηριασμοί που πραγματοποιήθηκαν, χθες, για πρώτη φορά μέσω ηλεκτρονικού συστήματος, στέφθηκαν με επιτυχία, στέλνοντας το μήνυμα ότι βελτιώνεται η πιστωτική κουλτούρα στην Ελλάδα. Για πρώτη φορά, όπως είπε, οι ελληνικές τράπεζες αντιμετωπίζουν ένα θετικό μακροοικονομικό περιβάλλον, ενώ αποτελεί σηματωρό το γεγονός ότι το 2017 οι ελληνικές τράπεζες εξέδωσαν ομόλογα από το 2014.
Ο καθηγητής Οικονομικών και συνεργάτης – ερευνητής του Bruegel Zsolt Darvas, αναφέρθηκε στο ποσοστό του οικονομικά ενεργού πληθυσμού σε ΗΠΑ και Ευρώπη, το οποίο αυξάνεται. Εκτίμησε όμως ότι η αύξηση αυτή, κάποτε, θα σταματήσει και λόγω της μείωσης της ανεργίας θα υπάρξει επίδραση στην αγορά εργασίας, οδηγώντας σε αύξηση του πληθωρισμού. Προέβλεψε ότι ο πληθωρισμός θα αυξηθεί, σχεδόν ανεξάρτητα από το εάν θα συνεχίσει να υπάρχει οικονομική ανάπτυξη.
Ο πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Τραπεζιτών στην Μεγάλη Βρετανία Αντώνης Ντατζόπουλος σημείωσε ότι η επενδυτική κοινότητα αναμένει το νέο πλαίσιο που θα διαμορφωθεί στην ελληνική οικονομία μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι η Ελλάδα αποτελεί μία ενδιαφέρουσα αγορά για τις κεφαλαιαγορές. Ο φόβος του Grexit έχει ελαχιστοποιηθεί και οι επενδυτές πιστεύουν ότι στην Ελλάδα θα υιοθετηθεί το μοντέλο που ακολουθήθηκε σε Κύπρο και Πορτογαλία.
Ο Βασίλης Αντωνιάδης, Διευθύνων Σύμβουλος και Επικεφαλής της Boston Consulting Group ανέφερε ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός των τραπεζών αποτελεί ευκαιρία, ενώ εκτίμησε ότι έως και το 70% των τραπεζικών εργασιών θα μπορούσε να αυτοματοποιηθεί. Σημείωσε ότι ελέγχοντας τη βάση του κόστους και το κόστος κινδύνου θα μπορέσουν να πραγματοποιήσουν περισσότερες επενδύσεις στον τεχνολογικό τομέα.
Ο Chris Cook, Senior Research Fellow του Institute of Strategy, Resilience & Security του University College London τόνισε ότι τα κρυπτονομίσματα και το blockchain δεν αποτελούν μακροπρόθεσμες μεθόδους ηλεκτρονικών συναλλαγών, καθώς τα πρωτόκολλα κρυπτογράφησης που υιοθετούν δεν είναι βιώσιμα.