Έκθεση ζωγραφικής 13 – 19 Οκτωβρίου από το Σπύρο Κωστόπουλο στον πολυχώρο “Remezzo” στην Καλαμαριά.
Ο Σπύρος Κωστόπουλος γεννήθηκε στις 14 Νοεμβρίου του 1989 στα Γιάννενα και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη όπου και αποφοίτησε από το 1ο Πειραματικό Λύκειο. Διδάχθηκε σχέδιο και χρώμα στο γνωστό ζωγράφο Σάββα Πουρσανίδη. Αποφοίτησε από την Σχολή Καλών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης το 2016.
Η ζωγραφική του Σπύρου έχει ρεαλιστικά στοιχεία με Αναγεννησιακή καταγωγή αλλά απευθύνεται στον άνθρωπο μέσω μίας διαχρονικής και συνάμα άχρονης ατμόσφαιρας.
Συμμετείχε σε διάφορες εκθέσεις μεταξύ των οποίων αυτή της Art Biennale Athens 2015 καθώς και στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης το 2017.
Παλεύοντας με εικόνες
Οι πίνακες ζωγραφικής είναι στοιχειωμένοι τόποι. Ο δημιουργός ενυπάρχει σε κάθε ίνα της επιφάνειας τους: κάθε γενεσιουργός σκέψη, κάθε διαμορφωτική χειρονομία, ακόμα και oι στιγμές που τους κοίταζε, βρίσκονται κάπου εκεί. Οι μορφές είναι πραγματικά απούσες και ίσως να μην υπήρξαν ποτέ, παρά μόνο τώρα, στο οπτικό πεδίο του θεατή. Είναι παγωμένες στην εικόνα και η βουβή παρουσία τους αντιστέκεται εκκωφαντικά στο φθοροποιό πέρασμα του χρόνου. Στην πραγματικότητα, τα φρούτα έχουν σαπίσει ή φαγωθεί, τα κεριά περιμένουν στο συρτάρι να ξανανάψουν για να λιώσουν, το μεταλλικό σκεύος έχει φυλαχθεί στο ντουλάπι, μέχρι να ξανάρθει η εποχή των σταφυλιών και το ρολόι λίγη σημασία έχει αν λειτουργεί ή αν πράγματι είναι περασμένες δώδεκα· ωστόσο, τουλάχιστον δύο φορές την ημέρα, ο χρόνος της εικόνας θα συμπέσει με το χρόνο εκτός. Η άφθαρτη αυτοτέλεια των μορφών είναι δέσμια του θεατή, καθώς μοναδικό προαπαιτούμενο για την ύπαρξή τους είναι να γίνουν αντιληπτές, ώστε να ριζώσουν στη σκέψη, ως νέες, νοητές εικόνες. Ένα οπισθογραφημένο παγώνι ορθώνεται περίτρανα στο χώρο, αγνοώντας μας επιδεικτικά, όπως, εμείς πιθανώς αγνοούμε ότι οι οφθαλμοειδείς σχηματισμοί στα φτερά του μας παρακολουθούν. Ένας παπαγάλος έχει καταφέρει να βγει από το κλουβί, όμως θα είναι μόνιμα παγιδευμένος στα όρια της εικόνας, χωρίς να γνωρίζει ότι, παραπέρα, θα καταλήξει μεμαρτυρημένος από βέλη. Έπειτα, είναι οι άνθρωποι, που κατοικοεδρεύουν στον καμβά και παίζουν σε σισύφεια επανάληψη την παράσταση, στην οποία αναπαρίστανται. Απογυμνωμένοι έχουν στήσει την πρωτόγονη κοινωνία τους σε ερημικές χαράδρες και σκοτεινά πάλκα, καθώς αναμετρώνται με τη φύση γύρω και μέσα τους. Ο ποιμένας δείχνει στο ανθρώπινο ποίμνιό του το δρόμο και εκείνο παρελαύνει με ζωώδεις κινήσεις προς την έξοδο της σκηνής.
Ο μετεωρίτης έχει μείνει στον ουρανό να πέφτει και ο φοβισμένος άνδρας προσπαθεί να του ξεφύγει, αγνοώντας ότι το απολλώνιο σώμα του δεν διατρέχει κίνδυνο φθοράς. Ο οφιοφάγος έχει αντιληφθεί ότι τον κοιτάμε και μας επιστρέφει το βλέμμα με ξεδιάντροπη ευσυνειδησία, υπενθυμίζοντάς μας ότι η ζωγραφική είναι το τελευταίο προπύργιο των μάγων. Οι πίνακες του Σπύρου δεν αξιώνουν από το θεατή να ιδωθούν ως έργα υψηλής τεχνικής κατάρτισης, ούτε να νοηθούν ως έργα τέχνης, αλλά να βιωθούν ως αυτό που στοιχειωδώς είναι: εικόνες, πασαλειμμένες με λάδι και σαγηνευτικά στοιχειωμένες. Και αυτό, ίσως, είναι αρκετό.
Γιώργος Φήταμ