Η χρήση του διαδικτύου για την προσφορά τουριστικών υπηρεσιών στην Ελλάδα αυξάνεται ταχύτατα και αλλάζει δραστικά τον τρόπο διασύνδεσης των πελατών παγκοσμίως με τις εγχώριες τουριστικές επιχειρήσεις, αναφέρεται μεταξύ άλλων στη νέα περιοδική έκδοση «Ελληνικός Τουρισμός: Εξελίξεις και Προοπτικές» του SETE Intelligence.
Στον τομέα της χρήσης των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών στο “The Travel & Tourism Competitiveness Report 2015” του World Economic Forum(WEF), η Ελλάδα κατατάσσεται στην 49η θέση μεταξύ των 141 χωρών, χαμηλότερα από τη Βουλγαρία (47η θέση), αλλά υψηλότερα από τη Ρουμανία, την Τουρκία (68η Θέση) και από την Κύπρο (50ή Θέση). Γενικά, η προσφορά τουριστικών υπηρεσιών στην Ελλάδα εκσυγχρονίζεται ταχέως συμβάλλοντας σε μεγάλο βαθμό και στην αύξηση της ζήτησης για τουρισμό στην Ελλάδα.
Η εγχώρια επιχειρηματικότητα είναι τώρα σε θέση να εξασφαλίσει την ζήτηση από παλαιές και νέες αγορές για την προσδοκώμενη ταχεία ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού στα επόμενα χρόνια, συμβάλλοντας και στην ουσιαστική εξομάλυνση της εποχικότητας που αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό του τομέα έως σήμερα.
Ο τουρισμός, εξ άλλου, μαζί με τις εξαγωγές αγαθών, αναμένεται να είναι οι βασικοί τομείς που θα συμβάλουν στην ανάκαμψη και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στα επόμενα χρόνια, με συμβολή στην προσέλκυση επενδύσεων, στην ανάκαμψη και των άλλων κλάδων της οικονομίας και στην αύξηση της απασχόλησης, σημειώνεται στη μελέτη. Ο τουρισμός ήδη συμβάλλει αποφασιστικά προς την κατεύθυνση αυτή αφού σημείωσε εντυπωσιακή ανάκαμψη το 2013, ένα χρόνο νωρίτερα από την συνολική οικονομία, και συνέβαλε αποφασιστικά στη διακοπή της κατακόρυφης πτωτικής πορείας της ελληνικής οικονομίας στην περίοδο 2008- 2013. Στη συνέχεια σημείωσε εντυπωσιακές επιδόσεις το 2014 και το 2015.
Ωστόσο αρνητικός παράγων στην ανάπτυξη του τουρισμού και της οικονομίας γενικότερα παραμένει η υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση τόσο από τους έμμεσους όσο και από τους άμεσους φόρους. Τα σημαντικά κέρδη ανταγωνιστικότητας για τον ελληνικό τουρισμό που προκύπτουν από τη εσωτερική υποτίμηση αντισταθμίζονται σε σημαντικό βαθμό από την υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση.