Αρχική Ειδήσεις στα Ελληνικά Καμία δικαιολογία δεν είναι ικανή να καλύψει την κακή επιλογή της κυβέρνησης...

Καμία δικαιολογία δεν είναι ικανή να καλύψει την κακή επιλογή της κυβέρνησης να διπλασιάσει τον Φ.Π.Α. στη διαμονή

υφυπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού κ. Γ. ΝικητιάδηςΣε τραύμα που θα προκληθεί στον Ελληνικό τουρισμό από την αύξηση του ΦΠΑ στα ξενοδοχεία, αναφέρεται ο τ. Υφυπουργός Τουρισμού Γ. Νικητιάδης με άρθρο του που δημοσιεύεται στον μεγάλο διεθνή διαδικτυακό ιστότοπο Huffington Post.

Ο τ. Υφυπουργός καταλογίζει άγνοια του τρόπου που λειτουργεί η τουριστική αγορά σε όσους πρότειναν την υιοθέτηση του μέτρου και εξηγεί ότι χωρίς κανένα σοβαρό κέρδος οι μεγάλοι ζημιωμένοι θα είναι ο Ελληνικός τουρισμός και οι Έλληνες ξενοδόχοι.
Αναλυτικότερα το άρθρο του Γ. Νικητιάδη στoν Huffington Post έχει ως εξής :
“  Καμία δικαιολογία δεν είναι ικανή να καλύψει την κακή επιλογή με την οποία η κυβέρνηση επιχειρεί να ικανοποιήσει τις παράλογες  απαιτήσεις της ΤΡΟΙΚΑΣ, διπλασιάζοντας τον Φ.Π.Α. στη διαμονή στα ξενοδοχεία και στα επιπλωμένα διαμερίσματα και δωμάτια, προκειμένου να ξεπεραστούν τα κενά που υπάρχουν στις σχέσεις μας με τους δανειστές μας.

Και αναφέρομαι επιεικώς σε «κακή επιλογή» , καθότι ουδείς δεν μπορεί να μην αντιλαμβάνεται, εκτός αν είναι τελείως άσχετος με τον τρόπο που λειτουργεί η τουριστική οικονομία, ότι οι ξενοδόχοι της χώρας έχουν ήδη υπογράψει τα συμβόλαιά τους για την περίοδο του 2015 κι ως εκ τούτου, την αύξηση του Φ.Π.Α. καλούνται να την πληρώσουν αποκλειστικώς και μόνο οι ίδιοι, αφού κανείς από τους tour operators δεν πρόκειται να αποδεχθεί να καταβάλει αύξηση, σε τιμές που έχει ήδη διασφαλίσει.

Το πρόβλημα γίνεται μεγαλύτερο αν αναλογισθεί κανείς ότι τα τελευταία χρόνια μπορεί μεν να σημειώνεται μεγάλη αύξηση στις αφίξεις επισκεπτών, αλλά η αύξηση αυτή δεν είναι αντίστοιχη με τα έσοδα, ούτε μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι αφήνει σοβαρά περιθώρια κέρδους στις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις. Κι αυτό γιατί, οι τελευταίες χωρίς καμία χρηματοδότηση από το τραπεζικό σύστημα, αναγκάζονται να πουλούν σε τιμές ευτελιστικές πολλές φορές, προκειμένου να λάβουν προκαταβολές ώστε να καλύψουν τα τεράστια χρηματοδοτικά κενά τους. Θα έμενε κατάπληκτος κάποιος αν μπορούσε να υπολογίσει επακριβώς τον «τόκο» που στην ουσία πληρώνουν οι ξενοδόχοι , όταν λαμβάνουν προκαταβολές από τους Tour Operators ,οι οποίοι με «χαρά» απ΄ότι φαίνεται ανταποκρίνονται στα αιτήματα τέτοιου είδους. Η αύξηση λοιπόν του Φ.Π.Α. τη στιγμή αυτή, στην ουσία έρχεται ως καταπέλτης για να καθηλώσει, αν όχι να οδηγήσει σε οικονομικό αδιέξοδο τα τουριστικά μας καταλύματα, που θα αναγκαστούν για να ξεπεράσουν το βάρος, να ρίξουν ακόμα περισσότερο τις τιμές τους την επόμενη χρονιά, με όσες συνέπειες μπορεί να έχει αυτό στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Το πρόβλημα καθίσταται αξεπέραστο για όσους ξενοδόχους έχουν υπογράψει  3ετή ή 5ετή  συμβόλαια και θα κληθούν να αποδώσουν έναν Φ.Π.Α.  που ποτέ δεν είχαν υπολογίσει, μειώνοντας στην ουσία δραστικά τα έσοδά τους.
Το αν αυτό θα έχει αντίκτυπο στην ποιότητα, ή αν θα οδηγήσει πολλά καταλύματα στο να «ξεπουληθούν» πουλώντας με ακόμα χαμηλότερες τιμές, ουδείς δυστυχώς το σκέφτηκε από την ελληνική πλευρά, όπως ουδείς μοιάζει να σκέφτηκε ότι από το σύνολο των ξενοδοχείων μας, το 85% αφορά μικρές οικογενειακές μονάδες που διαθέτουν μέχρι 25 δωμάτια, ενώ ταυτοχρόνως οι χιλιάδες μικρές μονάδες δωματίων και επιπλωμένων διαμερισμάτων στο σύνολό τους αποτελούν οικογενειακές επιχειρήσεις.

Την ώρα λοιπόν που τα τουριστικά μας καταλύματα, αγωνίζονται να γίνουν ανταγωνιστικά χωρίς κανένα κράτος ή τραπεζικό σύστημα τα τελευταία χρόνια δίπλα τους για να τα στηρίζει, ένα θετικό μέτρο που λήφθηκε για να βελτιώσει κάπως την κατάσταση, αποσύρεται με την πρώτη ευκαιρία, επειδή κάποιοι δεν έχουν ιδέα για τον τρόπο που λειτουργεί η ξενοδοχειακή αγορά και για το μέγεθος που έχει ο τουρισμός για τη χώρα. Και είναι απολύτως βέβαιο ότι το συγκεκριμένο μέτρο, ακόμη κι αν δεν μειώσει όπως ισχυρίζεται ο ΣΕΤΕ κατά 2% το ΑΕΠ της χώρας, σίγουρα θα προκαλέσει βαθύ τραύμα σε έναν τομέα που τα τελευταία χρόνια δείχνει να αποτελεί την μεγαλύτερη ελπίδα για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.  ”