Η φετινή χρονιά κλείνει με ένα καλό συνολικό αποτέλεσμα από πλευράς αφίξεων σε όλη τη χώρα. Και αυτό είναι παρήγορο αφού ο τουρισμός παρόλα τα προβλήματα στο εσωτερικό της χώρας στέκεται καλά στα πόδια του. Δεν θα πρέπει να ξεχνούν οι κυβερνώντες ότι αιμοδότης της ελληνικής οικονομίας στην τρέχουσα συγκυρία έχει απομείνει μόνο ο τουρισμός και πρέπει να αποδείξουν και οι ίδιοι ότι αυτό το αναγνωρίζουν, όχι μόνο λέγοντας καλά λόγια για τον τουρισμό αλλά βοηθώντας πραγματικά ώστε αυτό να συνεχιστεί.
Το 2013 τελειώνει και θα πρέπει όλοι εμείς στον ιδιωτικό τομέα να στοχεύσουμε στην επόμενη και στη μεθεπόμενη χρονιά, ώστε ο αριθμός τουριστών που είχαμε φέτος να διατηρηθεί και την επόμενη σεζόν να λάβουμε όλα τα απαραίτητα μέτρα για να τον αυξήσουμε. Πώς παραμένει σε αυτά τα καλά επίπεδα και πώς αυξάνει ο τουρισμός είναι αυτό που ενδιαφέρει και σαφώς τι θα πρέπει να κάνουμε γι αυτό: Α) Θα πρέπει να προσέξουμε να μην επιστρέψει δυσαρεστημένος ο τουρίστας που ήρθε φέτος, Β) Θα πρέπει να γίνει προβολή του τουριστικού προϊόντος υπό τη μορφή διαφήμισης από ανθρώπους ειδικούς που ξέρουν να κάνουν έρευνα αγοράς όπως πραγματοποιεί τώρα ο ΣΕΤΕ με την McKinsey και όχι από μη ειδικούς. Για αυτό βέβαια απαιτούνται κεφάλαια και όχι τα 7,5 εκατομμύρια που διαθέτει το Υπουργείο Τουρισμού, αυτά τα ποσά είναι αστεία και δεν μπορούν όσα ταξίδια και να κάνει η κυρία Υπουργός – που όντως δραστηριοποιείται εντόνως – να υποκαταστήσουν τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας.
Ο επιχειρηματικός τομέας κάνει το καθήκον του, δεν το πράττει αναλόγως όμως και ο κρατικός τομέας που αφήνει τα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους να κλείνουν στις 15:00 το μεσημέρι μέχρι τα μέσα Ιουνίου – οπότε και εφαρμόστηκε φέτος το θερινό ωράριο – όταν είχε χαθεί ήδη το 25% του εισερχόμενου τουρισμού. Όταν οι πολιτικοί μας ταγοί δηλώνουν ότι πρέπει να στοχεύσουμε στον ποιοτικό τουρισμό δεν εννοούν να κινητοποιηθούν οι ίδιοι και να πραγματοποιήσουν μεταρρυθμίσεις στους δικούς τους τομείς – όπως τα μουσεία – αλλά επικαλούνται την άρνηση του Υπουργείου Οικονομικών να εγκρίνει κονδύλι για την πρόσληψη εποχικών αρχαιοφυλάκων νωρίτερα από τις 10 Ιουνίου και εφησυχάζουν.
Όσον αφορά τη διαφήμιση που έχει αναλάβει να κάνει το κράτος αυτή είναι από μηδαμινή έως ανύπαρκτη, όταν πριν από 10 χρόνια με 8 εκατομμύρια τουρίστες ξοδεύονταν 50 περίπου εκατομμύρια για αυτό τον σκοπό, τώρα ο προϋπολογισμός ανέρχεται μόλις στα 7.5 εκατομμύρια. Το μόνο παρήγορο είναι ότι άρχισε η εκτέλεση αντίστοιχου εγχειρήματος διαφήμισης από τον ιδιωτικό τομέα, βασισμένο σε εμπεριστατωμένες μελέτες. Εάν αυτές οι προσπάθειες ευοδωθούν και υιοθετήσουμε αυτή τη λογική, τα πράγματα θα πάνε τόσο καλά όσο και στις ανταγωνίστριες χώρες που έχουν πετύχει σε αυτό τον τομέα. Ας το ελπίσουμε γιατί για πρώτη φορά γίνεται κάτι τέτοιο.
Ενώ εκεί εντοπίζονται τα σημαντικότερα προβλήματα εμείς περί άλλων τυρβάζουμε. Ασχολούμαστε με ανόμοια πράγματα, συγκρίνουμε τη χώρα μας με άλλες χώρες – υποδοχείς τουρισμού και αναρωτιόμαστε ΓΙΑΤΙ ΑΥΤΕΣ ΟΙ ΧΩΡΕΣ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ ΚΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗ ΕΣΟΔΑ, χωρίς να συνυπολογίσουμε και κάποια άλλα κόστη σε ένα τουριστικό πακέτο που αγοράζει ο καταναλωτής, αποδεικνύοντας ότι δεν είμαστε φθηνή αλλά ακριβή χώρα και ένας από τους λόγους που είχαμε μείωση τα τελευταία χρόνια στον τουρισμό είναι και αυτός.
Να είμαστε ακριβοί επειδή έχουμε καλύτερης ποιότητας τουριστικές υπηρεσίες αυτό θα μπορούσε να δικαιολογηθεί, αλλά δεν έχουμε καλύτερες. Αυτό σε γενικές γραμμές. Αφού κάναμε τώρα 3 χρόνια μείωση τιμών βλέπουμε να ανεβαίνει φέτος ο τουρισμός μας, από όλες τις αγορές. Ειδικότερα, θα πρέπει στην τιμή των υπηρεσιών στην Ελλάδα να προσθέσουμε σε ένα τουριστικό πακέτο και την αεροπορική μεταφορά, καθώς αυτό είναι το τελικό ποσό που βλέπει ο πελάτης και κάνει τον εξής υπολογισμό κόστους σε σχέση με την Ισπανία για παράδειγμα που έχει εξαπλάσιο αριθμό επισκεπτών:
Πακέτο 7 διανυκτερεύσεων σε ξενοδοχείο, εκ των οποίων οι 3 στην πρωτεύουσα σε 5* ξενοδοχείο μόνο πρωινό, τιμές προ κρίσης και οι υπόλοιπες 4 διανυκτερεύσεις στην περιφέρεια σε 4* ξενοδοχείο με ημιδιατροφή |
55€ Β&Β * 3 διανυκτ.+ 4 διανυκτ half board *60€=405€ |
50€* 3 διανυκτ.+ 4 διανυκτ half board *60€=390€
|
City tour, transfers, λεωφορείο & ξεναγό, 5 day tour (Στην Ελλάδα: Κόρινθος, Μυκήνες Επίδαυρος, Καλαμπάκα-Μετέωρα, Δελφοί), 75% half board |
Αντίστοιχο tour – Σύνολο 5μερου=370€
|
Σύνολο 5μερου= 350€
|
Φαγητό, 6 γεύματα στην πρωτεύουσα+ 4 γεύματα στο πενθήμερο tour |
230 €
|
200 €
|
|
|
|
Σύνολο: |
1005 € |
940 € |
Αυτό το πακέτο αντικατοπτρίζει το land tour, που περιλαμβάνει την πρωτεύουσα της χώρας και τα ενδιαφέροντα σημεία της για τον τουρισμό της περιήγησης.
Όσον αφορά τον παραθεριστικό τουρισμό εκεί τα πράγματα διαφέρουν γιατί δεν προσμετρώνται στο κόστος του διάφορες υπηρεσίες όπως τουριστικά λεωφορεία, ξεναγοί, αρχαιολογικοί χώροι και μουσεία που αυξάνουν κατά πολύ το κόστος σε σχέση με ένα απλό πακέτο παραθεριστικού τουρισμού το οποίο περιλαμβάνει μόνο τη διαμονή είτε με ημιδιατροφή είτε all inclusive σε ένα ξενοδοχείο. Όμως και η Τράπεζα της Ελλάδος και εμείς που αναπαράγουμε τις δημοσιεύσεις της παίρνουμε αυτούς τους αριθμούς και δεν εξετάζουμε μόνο το πόσο κοστίζει στον πελάτη ένας προορισμός στον τόπο που επισκέπτεται.
Εκεί θα διαπιστώσουμε ότι αναλύοντας την κοστολόγηση ενός πακέτου πρέπει να προσθέσουμε τη διαφορά του αεροπορικού εισιτηρίου Νέα Υόρκη – Βαρκελώνη πχ που ανέρχεται σε 740 Ευρώ, ενώ αντίστοιχα το δρομολόγιο Νέα Υόρκη – Αθήνα στο ελληνικό πακέτο ανέρχεται στα 885 Ευρώ ήτοι η διαφορά υπέρ της Ισπανίας είναι 145 Ευρώ. Άρα για την Ισπανία ένας Αμερικάνος τουρίστας δαπανά 1745 Ευρώ, ενώ το ίδιο ελληνικό πακέτο αντίστοιχα ανέρχεται στα 1825 Ευρώ. Είναι σωστό λοιπόν πραγματοποιώντας αυτές τις πράξεις ότι η Ελλάδα εισπράττει 65 Ευρώ κατ’ άτομο λιγότερο από ότι η Ισπανία. Όμως αυτά τα χρήματα μερικώς αντισταθμίζονται από το υψηλότερο κόστος του ελληνικού πακέτου. Η Ελλάδα λοιπόν παρόλο που εισπράττει λιγότερα έσοδα είναι ακριβότερη για αυτόν που αγοράζει ένα πακέτο με ίδιες ημέρες, ίδιες κατηγορίες και με τις ίδιες παροχές και αυτό δεν δίνει περιθώρια να ανεβάσουμε τις τιμές.
Έτσι θα πρέπει να πραγματοποιούνται οι συγκρίσεις συνολικά και όχι αποσπασματικά. Διότι αν επανέλθουμε στην παλιά τεχνική μόλις βλέπουμε μία αύξηση στον εισερχόμενο τουρισμό να αρχίζουμε τις αυξήσεις στο τουριστικό πακέτο τότε θα ξανακαβαλήσουμε το καλάμι και θα κλαίμε αργότερα όταν θα έρθει και πάλι η πτώση, η οποία φυσικά και δεν θα είναι μόνο θέμα τιμών.
Πέραν αυτών υπάρχει η τάση στους ανθρώπους να αναφέρουν πράγματα που δεν μπορούν να γίνουν, φτάνει να είναι στη δημοσιότητα. Να θυμηθούμε σε ένα συνέδριο του ΣΕΤΕ πριν 4 χρόνια όταν ο τότε Πρωθυπουργός περιχαρής μας ανακοίνωσε ότι ήρθη το καμποτάζ για τα κρουαζιερόπλοια και ότι ο Πειραιάς θα γίνει home port και όλοι χειροκροτήσαμε γιατί νομίζαμε ότι θα τρώμε με χρυσά κουτάλια. Τίποτα δεν έγινε και υπάρχει αιτία για αυτό. Η Ισπανία, η Γαλλία ή η Ιταλία που αποτελούν home port για τις μεγάλες εταιρίες κρουαζιεροπλοίων αντλούν κόσμο για να γεμίσουν τα πλοία από μία αγορά 140 εκατομμυρίων που αντιστοιχεί στον πληθυσμό της κάθε μίας εξ’ αυτών χώρες συν τον όγκο των τουριστών τους. Η Ελλάδα έχει μόλις 10 εκατομμύρια πληθυσμό και 16 εκατομμύρια – φέτος 17,5 εκατομμύρια – τουρίστες, ήτοι συγκρίνονται διαφορετικές αγορές με διαφορετικές ανάγκες και συνθήκες μεταφοράς επιβατών. Πώς θα ρισκάρει μία εταιρία να γεμίσει το πλοίο από τη δική μας αγορά; Ας είμαστε πιο προσγειωμένοι και ας το ψάχνουμε καλύτερα πρώτα πριν εκθέσουμε την άποψή μας στο φως της δημοσιότητας.
Όσον αφορά την κατάσταση και την ηρεμία στο εσωτερικό μιας χώρας εμείς δεν έχουμε ομοιότητες με χώρες όπως η Ισπανία, η Γαλλία, η Πορτογαλία και η Αγγλία που συνορεύουν με φίλιες χώρες και δεν έχουν πρόβλημα με τις περιοχές τους, αλλά και δεν έχουν απεργίες, συλλαλητήρια σε καθημερινή βάση και δεν έχουν κάψει τις περιουσίες τους όπως εμείς στην Αθήνα, ευτυχώς τον τελευταίο χρόνο αυτά έχουν περιοριστεί σε σημαντικό βαθμό.
Καλό θα ήταν λοιπόν να δούμε πως θα κινηθούμε, πως μπορούμε εμείς ο επιχειρηματικός κόσμος να αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα όπως είναι πραγματικά και όχι φανταστικά, να κοιτάξουμε ο καθένας στον τομέα επιχειρηματικής δραστηριότητάς του να παράσχει τις καλύτερες και πιο σωστές υπηρεσίες ώστε η χώρα να ταυτιστεί με την υψηλή ποιότητα υπηρεσιών και να μην έχει αρνητική φήμη.
Γιατί όταν οι καλές υπηρεσίες ταυτιστούν με τις υπόλοιπες φυσικές ομορφιές με τις οποίες είμαστε προικισμένοι (κλίμα, παραλίες, νησιά, ιστορία) σε αυτό το προνομιούχο οικόπεδο τότε γινόμαστε «αχτύπητοι» και φυσικά είναι κάτι που μπορεί να επιτευχθεί. Διότι όσο φτηνοί και να γίνουμε αυτό θα λειτουργεί αρνητικά και θα κατεβάσουμε ρολά όσες Ακρόπολες, Σαντορίνες, Μυκόνους και αν διαθέτουμε.